Category Archives: Κείμενα

Η «αντιτρομοκρατική» πολιτική και οι ειδικές συνθήκες κράτησης στην Δ. Ευρώπη

Δυστυχώς πλέον στις μέρες μας αποτελεί ιστορικό γεγονός η καταστολή και η βίαιη κατάλυση των επαναστατικών δυνάμεων που προκύπτουν, ανά τα χρόνια, μέσα στα καπιταλιστικά κράτη. Η Ευρώπη στο σύνολο της οχυρώνεται, εδώ και δεκαετίες, απέναντι στην εσωτερική απειλή με την δημιουργία αντιτρομοκρατικών νόμων. Νόμοι, οι οποίοι έχουν δεκάδες παρακλάδια και άλλες τόσες ερμηνείες. Νόμοι που επιβάλλουν ένα ειδικό καθεστώς, τόσο σε ότι αφορά το δικαστικό σκέλος, όσο και το κομμάτι της φυλάκισης. Εδώ θα εστιάσουμε στο δεύτερο σκέλος, τον εγκλεισμό και το ειδικό καθεστώς εξαίρεσης.

Ξεκινώντας, πιστεύω πως έχει μία σημασία, να δούμε λίγο πιο συνολικά το ζήτημα της καταστολής στις δυτικές δημοκρατίες και το πώς συνδέεται άμεσα, τελικώς, με την ίδια την επιβίωση του καπιταλιστικού συστήματος.

Καταρχήν, η καταστολή επιμέρους αγώνων αλλά και η ευρύτερη κατασταλτική πολιτική δεν είναι φαινόμενο που εμφανίζεται μόνο σε καιρούς κρίσης. Ήδη σε καιρούς «κοινωνικής νηνεμίας» και σχετικής «ευμάρειας» – για ένα αρκετά μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας- η κυριαρχία έχει επενδύσει στην κατασταλτική στρατηγική, δημιουργώντας έτσι την απαραίτητη ηθική νομιμοποίηση στο κοινωνικό πεδίο. Είναι η ανάγκη του συστήματος να «καθολικοποιήσει» το δόγμα της ασφάλειας, διαμορφώνοντας τις κατάλληλες συνθήκες, για να ριζώσει, να αναπαραχθεί και εν τέλει να μετεξελιχθεί στη συμμετοχή του κάθε ανθρώπου στο κατασταλτικό έργο σε επίπεδο καθημερινότητας. Με λίγα λόγια, θα μπορούσαμε να πούμε ότι η κατασταλτική πολιτική δεν είναι ο μηχανισμός που ενεργοποιείται περιστασιακά για την αντιμετώπιση και το ξεπέρασμα κρίσεων (οικονομικών, κοινωνικών ή πολιτικών). Αντιθέτως, είναι μία διαρκής συνθήκη που στόχο έχει την εμπέδωση της ιδεολογίας του φόβου, μετατοπίζοντας το ειδικό βάρος της καταστολής στους εκάστοτε «επικίνδυνους» για την κοινωνία, είτε είναι οι οροθετικές πόρνες, είτε οι μετανάστες και οι υγειονομικές βόμβες, είτε ο αναρχικός χώρος. Πάντοτε θα υπάρχει στόχος, ο «αποδιοπομπαίος τράγος», που θα έρθει να εξυγιάνει το άρρωστο προσωπείο του καπιταλιστικού συστήματος, αφήνοντας όμως, ανέπαφο τον πυρήνα που γεννά και θα συνεχίσει να γεννά μιζέρια, εξαθλίωση και υποταγή. Εκεί στοχεύει η καταστολή, λοιπόν, σε καιρούς κοινωνικής ειρήνης. Στον ευνουχισμό της σκέψης, στην αδυναμία της πράξης.

Έτσι, στην ιστορική της εξέλιξη, η αστική δημοκρατία έχει δημιουργήσει και έχει βασιστεί πάνω σε “καταστάσεις εξαίρεσης”, ώστε να βρίσκει το χώρο να ανασυγκροτείται και να επαναπροωθεί το ιδεολόγημα της ασφάλειας. Φυσικό ακόλουθο είναι η διαρκής αυστηροποίηση των ήδη υπαρχόντων νόμων και η εξάντληση της ανοχής από πλευράς κράτους, δηλαδή το πέρασμα και η μετεξέλιξη από το “κράτος πρόνοιας” στο “κράτος ελέγχου”.

Ήδη από το ’70 έχει δοθεί μεγάλη βαρύτητα στη δημιουργία ενός κοινού πλαισίου –κοινού μετώπου- από τους έχοντες εξουσία, με στόχο την αντιμετώπιση και την πάταξη των αυξημένων κοινωνικών εκρήξεων και των ένοπλων ομάδων, που εκείνη την περίοδο είχαν έντονη παρουσία σε πολλές Ευρωπαϊκές χώρες. Η ασύμμετρη απειλή ενός εσωτερικού εχθρού διαμόρφωσε πλήρως το αντιτρομοκρατικό οικοδόμημα, με ειδικούς νόμους, ειδικά δικαστήρια, ειδικές συνθήκες κράτησης.

Προφανώς και εντοπίζεται μία σύνδεση του κατασταλτικού μηχανισμού με την εκάστοτε πολιτική συγκυρία και τις συνθήκες (κοινωνικοοικονομικές) που επικρατούν. Μπορούμε να πούμε ότι σε καιρούς κρίσης, όπως αυτής που βιώνουμε σήμερα, η καταστολή οξύνεται και γίνεται ακόμα πιο παραδειγματική για τα τμήματα της κοινωνίας που αντιστέκονται στο δημοκρατικό ολοκληρωτισμό.

Το μόνο –ίσως και τελευταίο- σημείο αιχμής, που μπορεί να εστιάσει το κράτος και να αναδείξει ως πολιτική αναγκαιότητα, είναι το δόγμα της ασφάλειας. Ο εσωτερικός εχθρός πλέον, εντοπίζεται σε όποια κοινωνική ομάδα επεμβαίνει (είτε άμεσα και επιθετικά, είτε λιγότερο έως παθητικά) στη διατήρηση του αγαθού της ασφάλειας. Ως εκ τούτου, λοιπόν, η αυστηροποίηση του αντιτρομοκρατικού νόμου δε στοχεύει μόνο στην πάταξη των ένοπλων οργανώσεων, αλλά είναι ένα εργαλείο διάχυσης του φόβου και περιστολής των εξεγερσιακών διαθέσεων στο κοινωνικό σώμα, είναι ένα όπλο πάταξης ακόμα και της πρόθεσης για αντίσταση.

Αντίστοιχα, τα ειδικά δικαστήρια και οι ειδικές συνθήκες κράτησης μπορεί μέχρι σήμερα να αποτελούν μέτρα που εφαρμόζονται σε επαναστατικές οργανώσεις, αναρχικούς και το οργανωμένο έγκλημα, όμως ήδη παρατηρείται μία πρώτη διεύρυνση αυτών των τακτικών σε ανθρώπους που κατηγορούνται ή έχουν καταδικαστεί με τον 187 που αφορά εγκληματική οργάνωση, κάτι που προφανώς ανοίγει το δρόμο για μία ακόμα πιο ελαστική ερμηνεία του νόμου.

Έχει σημασία, λοιπόν, να κάνουμε μία ιστορική αναδρομή στην εξέλιξη της καταστολής, εστιάζοντας στις ειδικές συνθήκες κράτησης στις σύγχρονες δημοκρατίες της Ευρώπης, όπου η κυριαρχία έδειξε και δείχνει μέχρι και σήμερα το πιο αποκρουστικό της πρόσωπο. Αυτό της απόλυτης βίας και της καταπίεσης, που είναι και η πραγματικότητα του καπιταλισμού απογυμνωμένου από τις επίπλαστες  κοινωνικές αξίες.

Αν από κάπου πρέπει να ξεκινήσουμε, λοιπόν, για να αναλύσουμε την ιστορική εξέλιξη των ειδικών συνθηκών κράτησης στη Ευρώπη, η αφετηρία μπορεί να εντοπιστεί νοητά στη Δυτική Γερμανία.

Η ιδιότυπη συνθήκη που βρέθηκε η Γερμανία, με το χωρισμό της σε Δυτική και Ανατολική, έθεσε από πολύ νωρίς την ανάγκη δημιουργίας μίας επιθετικής πολιτικής, που στόχο είχε τη ριζική εξουδετέρωση κάθε μορφής αντιπολίτευσης και αντίστασης από όπου κι αν προερχόταν.

Η δεκαετία του ’70 στην Γερμανία θα σημαδευτεί από ένα ευρύ αντιιμπεριαλιστικό κίνημα, αλλά και με μια πολύ σημαντική δράση ένοπλων οργανώσεων όπως η «2 Ιούνη», οι «Επαναστατικοί Πυρήνες» και η «RAF».

Το Γερμανικό κράτος, λοιπόν, στην προσπάθεια να καταστείλει και να ενσωματώσει αυτό το κομμάτι της κοινωνίας που μαχητικά αντιστεκόταν στην καπιταλιστική βαρβαρότητα, εστιάζει στο αντιτρομοκρατικό ιδεολόγημα.

Με το κρεσέντο να γράφεται στις φυλακές του Stammheim, απομόνωση, έλεγχος, περισσότερη απομόνωση, περισσότερος έλεγχος, περισσότερη βία. Οι φυλακές του Stammheim αποτελούν την επιτομή της κρατικής βαρβαρότητας. Εκεί οι κρατούμενοι βρίσκονταν σε καθεστώς απόλυτης απομόνωσης από την υπόλοιπη «κοινωνία» των φυλακών, ενώ τα πρώτα χρόνια η απομόνωση ίσχυε και μεταξύ των φυλακισμένων της RAF.

Η αποφασιστικότητα τόσο των φυλακισμένων αγωνιστών, όσο και των επαναστατών εκτός των φυλακών που συνέχιζαν τον ένοπλο αγώνα, λειτούργησαν ως καταλύτης για να βγει στη επιφάνεια η αυταρχικότητα του Γερμανικού κράτους, μια αυταρχικότητα εφάμιλλη του ναζιστικού καθεστώτος.

Το 1977 είναι ένα από τα πιο μαύρα χρόνια της Δυτικής Γερμανίας. Το κράτος επιβάλλει κατάσταση έκτακτης ανάγκης και δημιουργεί επιτελείο αντιμετώπισης κρίσεων, με επικεφαλή τον καγκελάριο Σμιτ. Παράλληλα, απαγορεύεται κάθε μορφής επικοινωνία μεταξύ των 72 πολιτικών κρατουμένων. Συνθήκη που νομιμοποιήθηκε ουσιαστικά με νομοθεσία που ψηφίστηκε ένα μήνα αργότερα.

Στις 17 Οκτωβρίου γράφτηκε ο επίλογος, ή σχεδόν ο επίλογος, του «Γερμανικού φθινοπώρου», με την επιχείρηση εκτέλεσης του ηγετικού πυρήνα της RAF. Όμως, το αξιοσημείωτο δεν είναι η βιαιότητα του κράτους απέναντι στους αγωνιστές της RAF, αλλά η σιωπηλή αποδοχή της εκδοχής περί αυτοκτονίας, που έδωσε το κράτος, από το σύνολο της Γερμανικής κοινωνίας.

Εν τέλει, η κρατική μηχανή και η καταστολή πέτυχαν το στόχο της κοινωνικής συναίνεσης, στα πλαίσια της πλήρους αδρανοποίησης των αντιστάσεων, εσωτερικεύοντας το φόβο στο σύνολο της κοινωνίας. Οι κρατούμενοι της RAF είχαν επισήμως χαρακτηριστεί ως όμηροι τους κράτους, «προετοιμάζοντας» έτσι το έδαφος για την εκτέλεσή τους. Ο πόλεμος προπαγάνδας που προηγήθηκε και ακολούθησε την εκτέλεση των 4 επαναστατών, κατάφερε να επιβάλει τη λήθη στο συλλογικό θυμικό. Έτσι, 10 χρόνια μετά τις κρατικές δολοφονίες, η γερμανική κοινωνία δέχεται παθητικά τη δημιουργία ενός κολαστήριου, νέου τύπου, ένα χώρο φυσικής εξόντωσης των φυλακισμένων τις φυλακές του Weiterstadt. Φυλακή που ανατινάχθηκε το ΄93 λίγο πριν τα “εγκαίνιά” της από την RAF. Μία κίνηση που λίγο κατάφερε να αφυπνίσει τις κοινωνικές συνειδήσεις. Παρ’ όλα αυτά, το πρακτικό πλήγμα στην καρδιά του σωφρονιστικού συστήματος, έστειλε ένα ηχηρό μήνυμα τόσο στην κυβέρνηση, όσο και στους αγωνιζόμενους ανθρώπους ανά την Ευρώπη και τον κόσμο.

Μία από τις πρώτες χώρες που βάδισε στα βήματα της πρωτοπόρου Γερμανίας ήταν η Ιταλία. Η Ιταλία όπως και η Γερμανία, ήταν κράτη στρατηγικής σημασίας τη δεκαετία του ΄70 για τις Η.Π.Α.. Γεωπολιτικά υπήρξαν χώρες άμεσων συμφερόντων, βάσεις για την πάταξη της κομμουνιστικής απειλής και φυσική δίοδος στην κεντρική Ευρώπη. Υπήρξε ξεκάθαρη ανάγκη λοιπόν για το Ιταλικό κράτος να μειώσει, έως και να εξαλείψει, κάθε κοινωνική αντίσταση και κάθε εστία εξέγερσης τόσο στο σύνολο της “ελεύθερης” κοινωνίας, όσο και στην κοινωνία της φυλακής.

Φυσικά οι κοινωνικοπολιτικές συνθήκες στο εσωτερικό της Ιταλίας επίσπευσαν αυτή την ανάγκη του κράτους για όξυνση της καταστολής. Στις φυλακές η κατάσταση ήταν εκρηκτική. Ο μεγάλος όγκος πολιτικών κρατουμένων που μπήκαν μέσα στις αρχές του ΄70 λειτούργησε καταλυτικά για να αρχίσουν και οι ποινικοί κρατούμενοι να συνειδητοποιούν και να αντιλαμβάνονται την ταξική τους θέση στο καπιταλιστικό σύστημα. Νιώθουν κομμάτι του προλεταριάτου και με τον καιρό δημιουργείται μία δυνατή σύνδεση, ένα δυνατός δεσμός μεταξύ εγκλείστων και άνομου προλεταριάτου εκτός των τειχών. Οι διεκδικήσεις και οι εξεγέρσεις μέσα στις φυλακές αυξάνονται ραγδαία. Αγώνες που στηρίζονται κυρίως από τη NAP (Ένοπλοι Προλεταριακοί Πυρήνες) και τις Ερυθρές Ταξιαρχίες.

Αυτό το εκρηκτικό κοινωνικό μείγμα οδήγησε το Ιταλικό κράτος το 1977 στην αναδιάρθρωση του σωφρονιστικού συστήματος και τη δημιουργία ειδικών συνθηκών κράτησης. Η αναδιάρθρωση αυτή κινείται σε δύο βασικές κατευθύνσεις. Η πρώτη είναι οι καλύτερες συνθήκες κράτησης, οι πιο ανθρώπινες συνθήκες, που φυσικά μπαίνουν στο «τραπέζι» ως αντίβαρο για να περάσει πιο εύκολα η δεύτερη αιχμή της αναδιάρθρωσης, η οποία αφορά στις ειδικές συνθήκες κράτησης για τους πολιτικούς κρατούμενους και όσους συμμετέχουν σε αγώνες εντός της φυλακής.

Έτσι, με την αναδιάρθρωση του 1977 η κατάσταση στις φυλακές άλλαξε, παρ’ όλα τα δήθεν ευεργετήματα, προς το χειρότερο. Ενώ αρχικά δημιουργούνται ειδικές πτέρυγες εντός των κανονικών φυλακών, ταυτόχρονα αρχίζει η κατασκευή ειδικών φυλακών υψίστης ασφαλείας. Μέσα σε ένα βράδυ στον Ιούλιο του ’77 περίπου 1.500 κρατούμενοι μεταφέρονται από τις φυλακές που βρίσκονται στις, δέκα τότε, ειδικές φυλακές.

Η πρώτη φυλακή που λειτούργησε με αυτές τι συνθήκες ήταν η Asinara, το Ευρωπαϊκό Alcatraz. Εκεί κρατούνται πολιτικοί κρατούμενοι. Αυτοί θα εγκαινιάσουν τις ειδικές πτέρυγες και εκεί θα ξεκινήσει ο δυναμικός αγώνας ενάντια στο άρθρο 90, αγώνας που οδήγησε πολλές φυλακές σε εξεγέρσεις και συγκρούσεις των φυλακισμένων αγωνιστών με μπάτσους και σωφρονιστικούς.

Το άρθρο 90 αρχικά αφορούσε τις συνθήκες κράτησης, δηλαδή μία σειρά από έξτρα περιορισμούς για μία ειδική κατηγορία κρατουμένων. Βέβαια, μετά την απαγωγή του Aldo Moro το ’78, οι συνθήκες θα σκληρύνουν για όλους τους πολιτικούς κρατούμενους με επιβολή περισσότερων περιορισμών. Αυτές οι συνθήκες θα οδηγήσουν τους κρατούμενους στη χειρότερη των φυλακών, Asinara, σε μία διαμαρτυρία που κατέληξε σε μία από τις σημαντικότερες εξεγέρσεις στις Ιταλικές φυλακές. Μετά τη μάχη στη φυλακή Asinara, το ιταλικό κράτος αναδιοργανώνεται και απαντάει με μεταγωγές κρατουμένων σε άλλες φυλακές συνεχώς, για να μην δημιουργούνται σχέσεις αλληλεγγύης μεταξύ τους και ταυτόχρονα επιβάλλονται εκ νέου σκληρές συνθήκες κράτησης. Ο αγώνας όμως των κρατουμένων ενάντια στο άρθρο 90 δε σταματάει και σε πολλές φυλακές της χώρας γίνονται μικρές ή μεγάλες κινήσεις, διαμαρτυρίες, εξεγέρσεις. Μία από τις σημαντικότερες είναι η εξέγερση στη φυλακή του Trani όπου οι κρατούμενοι εκεί είχαν δημιουργήσει, μετά από μία σειρά συνελεύσεων και δράσεων, μια επιτροπή Αγώνα, προτάσσοντας την απελευθέρωση και τον πόλεμο στη διαφοροποίηση.

Μετά από μία σειρά εξεγέρσεων σε διάφορες φυλακές και σε συνδυασμό με ένα πολύ δυνατό κίνημα αλληλεγγύης στους κρατούμενους, τελικώς το άρθρο 90 αποσύρθηκε το 1984. Έτσι, βρέθηκαν ξανά οι ποινικοί με τους πολιτικούς κρατούμενους σε κοινές φυλακές. Βέβαια, η συνθήκη αυτή δεν κράτησε πολύ και μόλις στις αρχές του ’90 ψηφίστηκε και εφαρμόστηκε το άρθρο 41bis το οποίο προβλέπει, αρχικά, στα πλαίσια του «πολέμου κατά της μαφίας» και στη συνέχεια επεκτείνεται και στους πολιτικούς κρατούμενους, τη συνεχή απομόνωση, ελάχιστη ώρα προαυλισμού για τον κάθε κρατούμενο ξεχωριστά, ένα επισκεπτήριο τον μήνα για μία ώρα με τους συγγενείς πίσω από τζάμι, άλλη μία ώρα με το δικηγόρο και λογοκρισία εγγράφων, βιβλίων και αλληλογραφίας. Σε αυτόν τον εφιάλτη όμως υπάρχει και μία διέξοδος, η μεταμέλεια και η ρουφιανιά. Μία παράμετρος που θα οδηγήσει δεκάδες αγωνιστές στις φυλακές.

Η Ισπανική εμπειρία των ειδικών συνθηκών κράτησης είναι ίσως η επιτομή της φυλακής μέσα στη φυλακή, μία εμπειρία που καταλήγει στα Fies μετά από δύο δεκαετίες καταστολής και εντάσεων μέσα στις φυλακές.

Ας δούμε, λοιπόν, λίγο τα γεγονότα πώς εξελίχθηκαν από τα τέλη της δεκαετίας του ’70 μέχρι σήμερα. Ήδη, λοιπόν, από τις αρχές του ’70 οι κοινωνικοπολιτικές συνθήκες στην Ισπανία είναι τεταμένες, γεγονός που αναζωπυρώνει ένα δυναμικό κίνημα αντίστασης τόσο εντός όσο και εκτός των τειχών. Ο θάνατος του Franko και το πέρασμα στη δημοκρατία το 1975 δε θα αλλάξει καθόλου το σκηνικό, ίσα-ίσα στην κοινωνία των φυλακών η ένταση αυξάνεται με αφορμή την αμνηστία που δόθηκε. Ξεκινάει έτσι μία οργανωμένη αντίσταση εντός των τειχών, όπου οι κρατούμενοι απαιτούν τη συνολική αμνηστία των κοινωνικών και πολιτικών κρατούμενων. Στην Ισπανία, όπως και στην Ιταλία, ο αριθμός των πολιτικών κρατουμένων ήταν αρκετά μεγάλος, έτσι η συνεχής επαφή και ζύμωση μεταξύ αυτών και των υπολοίπων κρατούμενων δημιούργησε τις ιδανικές συνθήκες για να μπολιάσει η αλληλεγγύη και η συντροφικότητα ανάμεσά τους και να συνειδητοποιήσουν  ότι ο εχθρός τους είναι κοινός, το κράτος. Έτσι το Γενάρη του ’77 ξεσπούν εξεγέρσεις σε όλες τις φυλακές της χώρας και το Φλεβάρη δημιουργείται το COPEL  (συντονιστικό αγωνιζόμενων φυλακισμένων). Μέσω αυτού του συντονιστικού θα οργανωθούν πάρα πολλές εξεγέρσεις, απεργίες πείνας, αυτοτραυματισμοί και διάφορες άλλες ενέργειες με βασικότερο αίτημα τη βελτίωση των συνθηκών κράτησης και την αμνηστία για το σύνολο των κοινωνικών κρατουμένων. Προφανώς, το κράτος θα χτυπήσει το COPEL μετάγοντας τα πιο δραστήρια μέλη του σε διάφορες φυλακές σε καθεστώς απομόνωσης.

Το κράτος μέχρι να φτάσει στα FIES πέρασε από μία σειρά μέτρων και πρακτικών αντιμετώπισης των πολιτικών κρατουμένων, συνοπτικά θα μπορούσαμε να τις χωρίσουμε σε τρεις περιόδους που αφορούν κυρίως τους Βάσκους πολιτικούς κρατούμενους.

Η πρώτη είναι από το ’78 μέχρι το ’81 όπου όλοι οι Βάσκοι πολιτικοί κρατούμενοι μεταφέρθηκαν στη Σορία, όπου τους επιβάλλεται καθεστώς ακραίας απομόνωσης καθώς και ένα κάρο απαγορεύσεις ανάμεσά τους και το να μιλούν τη Βασκική.

Στη συνέχεια, είναι η περίοδος των φυλακών υψίστης ασφαλείας από το 1982 έως το ’86 όπου οι Βάσκοι κρατούμενοι βιώνουν όλη την κτηνωδία του Ισπανικού κράτους που πασχίζει να εξοντώσει τους πολιτικούς κρατούμενους.

Η τρίτη περίοδος ήταν η περίοδος της διασποράς, που ξεκινάει από το ’87, μία πρακτική που σήμαινε τη διασπορά σε δεκάδες διαφορετικές φυλακές σε όλη τη χώρα όλων των πολιτικών κρατούμενων. Φυσική, οικονομική, ψυχολογική εξόντωση, αυτή ήταν και είναι η πάγια πρακτική του κράτους απέναντι στους πολιτικούς (και όχι μόνο) κρατούμενους.

Η σχετικά ήρεμη δεκαετία του ’80, όπου η κατάσταση στις φυλακές σηματοδοτείται από μία ύφεση στους αγώνες των κρατουμένων, θα διαταραχτεί βίαια όταν στις 27 Ιούνη του 1989 ξεσπά μία εξέγερση στις φυλακές του Puerto de Santa Maria. Παράλληλα, οι πολιτικοί κρατούμενοι της GRAPO ξεκινούν μία κυλιόμενη απεργία πείνας που θα φτάσει συνολικά τις 435 μέρες, απεργία πείνας που θα συγκεντρώσει τεράστια προσοχή και θα δεχτεί αλληλεγγύη από όλα τα μέρη της Ευρώπης που η φλόγα της αντίστασης ακόμα  είναι αναμμένη.

Στο φόβο αναζωπύρωσης των εντάσεων, που χαρακτήρισαν τις Ισπανικές φυλακές στα τέλη του ’70, το κράτος δίνει άμεσα την απάντησή του δημιουργώντας τα FIES. Η εμπειρία των προηγούμενων χρόνων έχει «μάθει» στις διευθύνσεις των φυλακών ότι ο καλύτερος τρόπος να ελεγχθούν οι εξεγέρσεις είναι η απομόνωση των δραστήριων κρατουμένων.

Τα κύρια χαρακτηριστικά του FIES είναι η πλήρης απομόνωση και ο ασφυκτικός έλεγχος. Κάθε μέρα στα κελιά FIES συντάσσεται αναφορά σχετικά με τη συμπεριφορά των κρατουμένων. Κάθε επικοινωνία δια ζώσης ή τηλεφωνική/γραπτή ελέγχεται και καταγράφεται, το καθεστώς κράτησης αυτό αξιολογείται κάθε τρίμηνο από τη διεύθυνση των φυλακών, δίνοντας έτσι παράτυπα την ελευθερία στους διευθυντές να παρατείνουν επ’ αόριστο τις δυσμενείς συνθήκες κράτησης.

Από τη στιγμή που εισήχθη το FIES στις Ισπανικές φυλακές άρχισαν και οι αγώνες των κρατουμένων για να καταργηθεί. Εξεγέρσεις, απεργίες πείνας, κινήσεις αλληλεγγύης, θάνατοι, αυτή θα μπορούσε να είναι μία εντελώς συνοπτική αποτίμηση της ιστορίας.

Ενδεικτικά από το 1970 μέχρι σήμερα έχουν σημειωθεί πολλές εξεγέρσεις, σχεδόν σε όλες τις φυλακές της Ισπανίας, περισσότεροι από 500 κρατούμενοι έχουν συμμετάσχει σε απεργίες πείνας και περισσότεροι από 15 κρατούμενοι έχουν πεθάνει στα κολαστήρια της δημοκρατίας.

Όσον αφορά στη γαλλική εκδοχή των ειδικών συνθηκών κράτησης, αν και με διαφορά δεκαετίας δεν έχει τίποτα να ζηλέψει από τα κράτη-οδηγούς στο επίπεδο της κατασταλτικής πολιτικής. Παρατηρούμε μία διαρκή πίεση στους αγωνιστές από την Γαλλία, με συνεχείς στοχοποιήσεις, συλλήψεις, κατηγορίες, κατάσταση που εξωθεί στην παρανομία αρκετούς αγωνιστές. Η σοσιαλιστική κυβέρνηση, με το δήθεν ανθρώπινο προσωπείο του καπιταλισμού, δημιούργησε με ένα τρόπο μία απάθεια στο κοινωνικό σώμα. Απάθεια που θα δώσει χώρο στο κράτος να οξύνει την καταστολή με ελάχιστες κοινωνικές αντιστάσεις. Το Φεβρουάριο του 1987 θα συλληφθούν ο Ζαν Μαρκ Ρουϊγιαν, η Ναταλί Μενιγιόν, η Ζοέλ Ομπρόν και Ζορμπ Σιμπριάνι, για τη δημιουργία και τη συμμετοχή τους στην ε.ο. Action Directe. Όλοι τους θα ακούσουν ισόβια και θα οδηγηθούν στις γαλλικές φυλακές. Από εκείνη τη μέρα και για τα επόμενα δέκα χρόνια θα βρίσκονται σε πτέρυγες απομόνωσης, δέκα χρόνια καταδικασμένοι στον αργό θάνατο της φυλακής.

Οι φυλακισμένοι αγωνιστές της Action Direct έδωσαν πάρα πολλούς αγώνες με πολυήμερες απεργίες πείνας για να σπάσουν το καθεστώς απομόνωσης και να βελτιωθούν οι συνθήκες κράτησης.

Οι σχέσεις ισότητας, αλληλεγγύης και συντροφικότητας είναι οι ρίζες μίας κοινωνίας επικίνδυνης για τους εξουσιαστές, όταν αυτές δημιουργούνται σε ένα πλήρως ελεγχόμενο περιβάλλον όπως αυτό της φυλακής, και η απομόνωση είναι η λύση.

Ο αναρχικός χώρος  σήμερα δέχεται μία επίθεση ίσως εφάμιλλη αυτών που αναφέρθηκα προηγουμένως. Αν δεν αναλύσουμε τους λόγους και τις κοινωνικοπολιτικές συνθήκες που διαμορφώθηκαν αυτές οι επιθέσεις από πλευράς κράτους, θα χάσουμε  την ουσία τους και από ιστορικά παραδείγματα θα γίνουν ιστορίες απλώς να γεμίζουν σελίδες σε βιβλία.

Πρώτα απ’ όλα, λοιπόν, η στοχοποίηση του αναρχικού χώρου και η κατασταλτική εκστρατεία που έχει εξαπολύσει το κράτος, πέρα από την άμεση και απαραίτητη αδρανοποίηση του πιο απείθαρχου τμήματος της κοινωνίας επί της ουσίας στοχεύει στο σύνολο των αντιστεκόμενων και ακόμα πιο βαθιά στη διάθεση, στην ανάγκη για αντίσταση.

Ο αναρχικός χώρος είναι το τμήμα αυτό της κοινωνίας που διατηρεί ακόμα τα επιθετικά χαρακτηριστικά του τόσο στο λόγο όσο και στην πράξη, είναι ο χώρος που μπορεί να λειτουργήσει ως πυροκροτητής κοινωνικών αναταραχών και εξεγέρσεων. Έτσι, ο κρατικός μηχανισμός επιτίθεται σε πρώτο βαθμό στη γενικότερη εστία των εντάσεων, με ένα τρόπο καλύπτοντας την πλάτη του, εξασφαλίζοντας την κοινωνική ηρεμία. Αν όμως μένουμε εκεί, θεωρώντας πως το κράτος στοχεύει τους αναρχικούς για να τους βγάλει από τη μέση και τίποτα περισσότερο, το χάσαμε το παιχνίδι. Αν δεν αντιληφθούμε ότι ο εσωτερικός εχθρός για ένα καπιταλιστικό κράτος είναι εν δυνάμει το κάθε κοινωνικό σύνολο, που ξεφεύγει από την παραγωγική νόρμα και εμποδίζει τη ροή του κέρδους, τότε δεν θα είμαστε ποτέ σε θέση να αντισταθούμε και να παλέψουμε ουσιαστικά την καπιταλιστική βαρβαρότητα.

Και για να έρθουμε λίγο στο σήμερα, και πιο συγκεκριμένα στην αντιτρομοκρατική νομοθεσία, θα πρέπει να κατανοήσουμε ότι η όποια αναβάθμισή της δεν συμβαίνει απλώς «μηχανικά» στο πλαίσιο της «κανονικής» λειτουργίας του καπιταλιστικού συστήματος, αλλά είναι η απαραίτητη προσαρμογή στις απαιτήσεις των καιρών, είναι η ανάγκη για το πέρασμα στην αυταρχικότητα και στον έλεγχο απέναντι σε όσους αμφισβητούν την παντοδυναμία του καπιταλιστικού συστήματος.

Ο πειραματισμός για την μετεξέλιξη της καταστολής είθισται να γίνεται σε πρώτο χρόνο στους αιχμαλώτους του κοινωνικού πολέμου και τα ιστορικά παραδείγματα μας έχουν δείξει πως ο κρατικός μηχανισμός δε διστάζει να χρησιμοποιήσει τους φυλακισμένους του ως μέσο πίεσης και εκβιασμού προς τους συντρόφους εκτός των τειχών, μέσω του παραδειγματισμού αλλά και μέσω του ωμού εκβιασμού.

Βρισκόμαστε σε μία κρίσιμη καμπή της ιστορίας. Το κεφάλαιο μέσω του κρατικού μηχανισμού οχυρώνεται απέναντι στην απειλή μία γενικευμένης εξέγερσης. Εμείς, από την πλευρά μας, μπορούμε και πρέπει να οργανωθούμε για να κάνουμε αυτή την εξέγερση πραγματικότητα. Να αγωνιστούμε για να διαχύσουμε τα αναρχικά προτάγματα. Δεν επιθυμούμε καλύτερες συνθήκες κράτησης, ούτε λιγότερο σκληρές αντιτρομοκρατικές νομοθεσίες, ονειρευόμαστε την καταστροφή κάθε φυλακής και την κατάργηση κάθε κατασταλτικού μηχανισμού, όπως δεν επιθυμούμε έναν καλύτερο καπιταλισμό αλλά την ολική καταστροφή του, για την αυτοοργάνωση και αυτοδιαχείριση των ζωών μας.

Ανδρέας-Δημήτρης Μπουρζούκος

Ιστορικά πως φτάσαμε στον 187Α, πρώτες προσπάθειες της αντιτρομοκρατικής νομοθεσίας στην Ελλάδα.

Στην σύγχρονη καπιταλιστική βαρβαρότητα που ζούμε το κράτος καλείται να οχυρωθεί και να επιτεθεί απέναντι σε όσους-ες απειλούν την απόλυτη κυριαρχία του πάνω στην κοινωνία.

Τα εκάστοτε «αντιτρομοκρατικά» νομοθετήματα που έχουμε δει να θέτονται σε ισχύ τα τελευταία 40 χρόνια, μετά την μεταπολίτευση, είναι η πιο υψηλά ιεραρχική επίθεση του κράτους προς τους αγωνιστές που διαλέγουν να αντιπαρατεθούν ενάντια σε κράτος και κεφάλαιο, ξεπερνώντας τα επιτρεπτά όρια της αστικής δημοκρατίας.

Υποτίθεται πως, σύμφωνα με την λογική του κράτους δικαίου και της νομιμότητας πάνω στην απονομή της δικαιοσύνης, κινείται ανεξάρτητα από το ποιος είναι ο κατηγορούμενος και τα πολιτικά του πιστεύω, όπως εξάλλου προβλέπεται από τον νόμο. Τα παραδείγματα που έχουν καταρρίψει τα παραπάνω λεγόμενα της πρότασης είναι πολλά, αν ανατρέξουμε πίσω στο πρόσφατο παρελθόν και θυμηθούμε τον όγκο των ποινών που έχουν επιβληθεί πάνω στα κεφάλια των συντρόφων-ισσών μας. Την αντιμετώπιση που έχουν εκλάβει από τις έδρες των δικαστηρίων, τα λάθη και τις παραβιάσεις που έχουν γίνει από τις αρχές. Όλα αυτά αναλογιζόμενοι πάντα το κατά πόσο μεγάλη επιρροή έχουν ασκήσει και συνεχίζουν να ασκούν εξωθεσμικοί παράγοντες (π.χ. τα δημοσιογραφικά προφίλ που δημιουργούνται γύρω από τους συλληφθέντες, τα στερεότυπα κατά των αναρχικών που υπάρχουν στους δικαστικούς κύκλους κ.λπ.) πάνω στην κρίση των δικαστών και των ανακριτών που κόβουν-ράβουν τα σχέδια των κατηγορητηρίων.

Η παράνοια αυτή της ολομέτωπης νομικής επίθεσης του ελληνικού κράτους προς τις ένοπλες οργανώσεις και προς όποιους το αμφισβητούν χρησιμοποιώντας «παράνομα» μέσα ξεκινάει με την ψήφιση του πρώτου «αντιτρομοκρατικού» νόμου, ν.774/1978, «περί καταστολής της τρομοκρατίας και προστασίας του δημοκρατικού πολιτεύματος». Στο νομικό πλαίσιο δεν υπήρχε κάποιος ορισμός της τρομοκρατίας ή του τρομοκράτη. Λόγω της ασάφειάς του αυτής, και των αντιδράσεων που προκλήθηκαν εξαιτίας της από κόμματα της αριστεράς και της τότε αντιπολίτευσης (ΠΑΣΟΚ), ο νόμος τελικά καταργήθηκε το 1983 χωρίς να πάρει την θέση του άλλος. Έτσι επανήλθε για τέτοιου είδους υποθέσεις η διάταξη του ποινικού κώδικα (Π.Κ.) περί «Σύστασης και συμμορίας».

Ο δεύτερος στη σειρά «αντιτρομοκρατικός» νόμος που ψηφίστηκε στην Ελλάδα, επί κυβέρνησης Ν.Δ. και επί πρωθυπουργίας Κ. Μητσοτάκη, είναι ο ν.1916/1990 με την ονομασία «περί προστασίας της κοινωνίας από το οργανωμένο έγκλημα», ο οποίος τέθηκε σε ισχύ στις 28/12/1990. Από τη διατύπωση της ονομασίας του νόμου βλέπουμε την προσπάθεια της τότε κυβέρνησης να συνενώσει εννοιολογικά και ποινικά το πολιτικό έγκλημα με το κοινό οργανωμένο έγκλημα και τις συμμορίες. Ένα πρωτοεμφανιζόμενο παραθυράκι του νόμου αυτού ήταν οι απαγόρευση δημοσίευσης προκηρύξεων «τρομοκρατών και τρομοκρατικών οργανώσεων». Τότε οι προκηρύξεις δημοσιεύονταν ολόκληρες στις εφημερίδες, τις οποίες είχε ελεύθερη πρόσβαση όλη η κοινωνία. Αυτό μάλλον ενοχλούσε! Αυτή ήταν μια κυβερνητική προσπάθεια αποκοπής του διαύλου επικοινωνίας που άνοιγαν οι ένοπλες οργανώσεις μέσω των πολιτικών τους κειμένων με την κοινωνία. Η απαγόρευση αυτή στόχευε στην διακοπή της διάδοσης ανατρεπτικών ιδεών που στρέφονται κατά του κράτους-κεφαλαίου, στην κοινωνική απομόνωση των ένοπλων οργανώσεων και στην πολιτική απονοηματοδότηση των κινήτρων τους, μέσω της απόκρυψης του λόγου τους, έτσι τα χτυπήματα που γίνονταν να θεωρούνταν «τυφλά». Διακρίνεται από αυτό ο κρυφός φόβος του κράτους ότι οι ένοπλες πολιτικές ενέργειες ήταν κοινωνικός αποδεκτές και ότι ασκούσαν μεγάλη επιρροή στο λαό, πράγμα που ισχύει μέχρι σήμερα. Έτσι, στις 7/6/1991, το είδαμε να εφαρμόζεται και στην πράξη, με την άσκηση ποινικής δίωξης κατά εκδοτών και διευθυντών εφημερίδων που δημοσίευσαν προκήρυξη της ε.ο. 17 Νοέμβρη, οι οποίοι καταδικάσθηκαν γι’ αυτό. Με αφορμή αυτή την ποινική δίωξη, ξέσπασαν αντιδράσεις για τον νόμο αυτό από διάφορους πολιτικούς και νομικούς κύκλους, οι οποίοι τον χαρακτήρισαν ως αντισυνταγματικό ως προς την ελευθεροτυπία. Ο νόμος καταργήθηκε εν τέλει το 1993. Δεν άργησε όμως η αντικατάστασή του από άλλον. Ο τρίτος «τρομονόμος», ν.2899/2001 ισχύει από τις 27/6/2001 και φέρει την ονομασία «Τροποποίηση διατάξεων του ποινικού κώδικα για την προστασία του πολίτη από αξιόποινες πράξεις εγκληματικών οργανώσεων», μέσα στον οποίο υπάρχουν διατάξεις, τις οποίες τις βρίσκουμε τροποποιημένες βέβαια στα άρθρα 187Α περί τρομοκρατικών και 187 περί εγκληματικών οργανώσεων, που ισχύουν μέχρι και τώρα. Ούτε εδώ υπάρχει σαφής προσδιορισμός της τρομοκρατικής οργάνωσης και του τρομοκράτη, έτσι δίνεται το ελεύθερο στην εκάστοτε δικαστική έδρα να κρίνει όπως αυτή γουστάρει. Ο νόμος αυτός φέρει την ποινικοποίηση της ένταξη και της συγκρότησης σε οργάνωση, η οποία χαρακτηρίζεται ως δομημένη και με διαρκή διάπραξη περισσοτέρων αδικημάτων (τα οποία απαριθμήθηκαν). Εδώ, δηλαδή, καταδικάζεται κάποιος, ακόμη και αν δεν έχει πράξει κάτι ποινικά κολάσιμο, αρκεί και μόνο, αν είναι μέλος μιας ομάδας. Επιπλέον, στον νόμο αυτόν εμπεριέχονται και τα λεγόμενα «μέτρα επιείκειας». Το κράτος διαλέγει, εννοείται, να μην αφήσει παραπονεμένους όσους-ες επίδοξους ρουφιάνους τολμήσουν να ανοίξουν το στόμα τους αποκαλύπτοντας στις αρχές τα «εσωτερικά» μιας οργάνωσης (π.χ. τον τρόπο λειτουργίας, τα μέλη της, τα μελλοντικά της σχέδια κ.λπ.), προσφέροντάς τους την μη δίωξή τους, αν έχουν πράξει και οι ίδιοι κάποιο ποινικό αδίκημα για χάρη της οργάνωσης, να καταδικαστούν με πολύ πιο μειωμένη ποινή σε σχέση με τους υπόλοιπους κατηγορούμενους.

Τελικός σταθμός στην αναδρομή των τρομονόμων της Ελλάδας, είναι το πολυσυζητημένο άρθρο 187Α του ΠΚ, με τίτλο «τρομοκρατικές πράξεις». Αυτό το άρθρο εμπεριέχεται στο νόμο ν.3251/2004 που ψηφίστηκε στην Βουλή, το «Ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης, τροποποίηση του ν.928/2001 για τις εγκληματικές οργανώσεις και άλλες διατάξεις», ο οποίος τέθηκε σε ισχύ από τις 4/7/2004 και έπειτα. Ένας νόμος που ακολουθεί, πρακτικά και θεωρητικά, το αντιτρομοκρατικό παραλήρημα των ΗΠΑ μετά το χτύπημα της 11ης Σεπτεμβρίου στους δίδυμους πύργους. Στο άρθρο αυτό απαριθμούνται οι χαρακτηριζόμενες «τρομοκρατικές πράξεις», ένα μεγάλο ποσοστό αυτών είναι πρακτικές αγώνα των αναρχικών (βόμβες, εμπρησμοί, ληστείες τραπεζών κ.λπ.). Εντός του α. 187Α έχουν ενταχθεί και πολλά άλλα αδικήματα του ποινικού κώδικα, όπως π.χ. η κατοχή και προμήθεια εκρηκτικών υλών (άρθρο 272 του ΠΚ), η διακεκριμένη περίπτωση κατοχής και χρήσης όπλων η πλαστογραφία κ.λπ., τα οποία χρήζουν υψηλής ποινικής αντιμετώπισης ως προς τα χρόνια της επιβαλλόμενης ποινής, κι όλα αυτά γιατί ράβουν στο τέλος της πρότασης των κατηγοριών αυτών, ότι η τάδε πράξη τελέστηκε με τρόπο, έκταση και υπό συνθήκες, με σκοπό να εκφοβίσουν ή που είναι δυνατόν να βλάψουν σοβαρά τον πληθυσμό και τις θεμελιώδεις συνταγματικές, πολιτικές και οικονομικές δομές της χώρας. Με αυτήν την πρόταση διαχωρίζονται οι εγκληματικές οργανώσεις (α.187 του ΠΚ) από τις «τρομοκρατικές». Από την ερμηνεία της φαίνεται η ποινικοποίηση του φρονήματος, αφού οι πράξεις εξετάζονται υπό το πρίσμα αυτό. Συνεπώς, μιλάμε για ένα άρθρο-ομπρέλα, που μέσα του εμπίπτουν μια σωρεία ποινικών αδικημάτων, χαρακτηριζόμενα ως «τρομοκρατικές πράξεις» και τα οποία αντιμετωπίζονται ποινικά αυστηρότερα, επειδή έχουν γίνει με σκοπό την τέλεση εγκλημάτων της παραγράφου 1 του α. 187Α και θεωρούνται ως προπαρασκευαστικές ενέργειες ενός τρομοκρατικού χτυπήματος. Το όριο της παραγραφής των αδικημάτων αυτών ανεβαίνει, φτάνοντας τα 30 έτη, από τα 20 που ίσχυε παλαιότερα. Όπως χαρακτηρίζεται η «τρομοκρατική οργάνωση» στον 187Α, ιεραρχικά δομημένη με διαρκή δράση, να αποτελείται από 3 και άνω μέλη που δρουν από κοινού, υπάρχει και μια λεπτομέρεια. Η εξής κομπίνα της φάσης, που στηρίζεται στο σκεπτικό του τι θα γίνει με αυτούς που δεν είναι μέλη οργανώσεων αλλά είναι αναρχικοί και κάνουν τα ίδια; «Ατομική τρομοκρατία», διώκεσαι και καταδικάζεσαι τώρα πια ως τρομοκράτης χωρίς την προϋπόθεση ύπαρξης μιας δομημένης οργάνωσης στην οποία να είσαι μέλος. Εμπίπτει στον 187Α κάποιος, λόγω πολιτικών πιστεύω, ακόμα και αν δεν υπάρχουν κατηγορίες της ένταξης και της συγκρότησης, χαρακτηρίζονται οι πράξεις τρομοκρατικές και κατ’ επέκταση και ο ίδιος τρομοκράτης, λόγω πολιτικών πιστεύω.

Από τα παραπάνω συμπεραίνουμε ότι το άρθρο αυτό είναι αρκετά ελαστικό ως προς τα αδικήματα που μπορεί να εμπεριέχονται, κατά βάση δίνεται το ελεύθερο να χαρακτηριστεί ένα οποιοδήποτε αδίκημα «τρομοκρατικό» αν έχει προκληθεί από ένα ή πολλούς «τρομοκράτες» και το αντίθετο.

Έπειτα ακολούθησαν κάποιες τροποποιήσεις πάνω στον 187Α το 2010. Στην συλλογική ευθύνη που βαραίνει όλους όσους κατηγορούνται για ένταξη ή συγκρότηση, όσον αφορά τα πεπραγμένα της οργάνωσης προστίθενται ο κοινός δόλος (πρόθεση από κοινού). Προστίθενται πλημμεληματικού χαρακτήρα αδικήματα, τα οποία επιφέρουν μικρότερη ποινή από τα κακουργήματα. Οι τροποποιήσεις έχουν και συνέχεια, με την ποινικοποίηση της παροχής κάθε είδους υλικής βοήθειας σε «τρομοκρατική» οργάνωση είτε λάβει χώρα κάποια ενέργεια είτε όχι. Ποινικά αντιμετωπίζεται πλέον όποιος παρέχει πληροφορίες σε «τρομοκράτες» μέσω των οποίων αυτοί βοηθηθούν μελλοντικά με σκοπό την τέλεση εγκλημάτων. Διευρύνεται κι άλλο ο κλοιός γύρω από τις ένοπλες οργανώσεις, ως προς τους αλληλέγγυους προς αυτές. Μπαίνει επίσης το αδίκημα της απειλής, όποιος δηλαδή με απειλές για την τέλεση εγκλήματος προκαλεί τρόμο, τιμωρείται με ποινή φυλάκισης.

Από τις 20/9/2010 καταργείται η διάταξη που υπήρχε στην παρ. 8 του 187Α με τον νόμο που ψηφίστηκε (ν. 3875/2010) με όνομα «Κύρωση και εφαρμογή της σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών κατά του Διεθνούς οργανωμένου εγκλήματος και των τριών πρωτοκόλλων αυτής». Η διάταξη αυτή δεν προβλέπεται ως τρομοκρατική πράξη, την τέλεση των εγκλημάτων που υπάρχουν στην παρ. 1 του 187Α, αν -και μόνο αν- χρησιμοποιηθούν αυτές οι πρακτικές ως προσπάθεια εγκαθίδρυσης/διαφύλαξης/αποκατάστασης δημοκρατικού πολιτεύματος. Εν τέλει, ερχόμαστε πάλι στους ρουφιάνους, οι οποίοι διευκολύνονται για άλλη μια φορά από το κράτος δικαίου. Καταργείται η υποχρέωση που είχε κάποτε το δικαστήριο να τους αποκαλύπτει, αν αυτό υπήρχε ως αίτημα από τους διαδίκους. Δίνεται το ελεύθερο στις έδρες να κρίνουν κατά το δοκούν αν θα διαφυλάξουν ή όχι την ανωνυμία των ρουφιάνων.

Η πρώτη δίωξη και η πρώτη δίκη που εφαρμόστηκε επί του πρακτέου ο 187Α, ήταν μετά τις συλλήψεις το 2009, του μέλους της ε.ο. ΣΠΦ Χ. Χατζημιχελάκη, και άλλων αναρχικών συντρόφων (υπόθεση «Χαλανδρίου»).

Οι προσθήκες και οι τροποποιήσεις δεν τελειώνουν όμως εδώ. Από τις 31/5/2017 μπαίνει σε δημόσια διαβούλευση ένα προτεινόμενο νομοσχέδιο από το υπουργείο Δικαιοσύνης, ονομαζόμενο ως «Μέτρα Θεραπείας ατόμων που απαλλάσσονται από την ποινή λόγω ψυχικής η διανοητικής διαταραχής και λοιπές διατάξεις». Εκεί μπαίνουν εμβόλιμα και τροποποιήσεις πάνω στον 187 και 187Α. Αμέσως μετά την παράγραφο 3 του α. 187Α προστίθενται άλλες τρεις καινούργιες παράγραφοι (3α, 3β και 3γ). Με αυτές τις προσθήκες το κράτος επιτίθεται πλέον ολοκληρωτικά πάνω σε όλα τα μέσα που χρησιμοποιούν οι αναρχικοί αγωνιστές. Στο στόχαστρό τους μπαίνει τώρα και ο δημόσιος λόγος. Εννοείται πως και εδώ υπάρχει μια μεγάλη ασάφεια ως προς την ερμηνεία της σύνταξης των παραγράφων.

Διαβάζοντάς τες, βλέπουμε να ποινικοποιούνται αυτήν την φορά όχι πράξεις, αλλά πιο συγκεκριμένα «όποιος δημόσια με οποιονδήποτε τρόπο προκαλεί ή διεγείρει σε διάπραξη των εγκλημάτων των παραγράφων 1 και 4 του α. 187Α και προκαλεί κίνδυνο τέλεσής τους» (παρ. 3α). Δίνεται και εδώ πάλι το πάτημα στους δικαστές να κρίνουν όπως αυτοί θέλουν, με την εξής δικλείδα, «…με οποιονδήποτε τρόπο…» αυτό περιλαμβάνει κάλλιστα τις προκηρύξεις, κείμενα, μπροσούρες, εκδηλώσεις, βιβλία, όλα και τις αναδημοσιεύσεις αυτών.

Στις άλλες δύο παραγράφους ποινικοποιούνται η παροχή πληροφοριών/οδηγιών ή η κατεύθυνση σε κάποιον με σκοπό την τέλεση τρομοκρατικής πράξης ή στο να συμμετάσχει σε μια οργάνωση (παρ. 3β) και όποιος πάλι «με οποιονδήποτε τρόπο» εκπαιδεύει άλλον πάνω στην κατασκευή και χρήση εκρηκτικών και όπλων (παρ. 3γ).

Με την πρώτη παράγραφο (3α) περνάμε ανοιχτά και με τον νόμο πια στην ποινικοποίηση του δημόσιου λόγου, το κερασάκι στην τούρτα των φρονηματικών διώξεων. Μια προσπάθεια επαναφοράς, θα λέγαμε, της διάταξης του τρομονόμου επί Μητσοτάκη, βάσει της οποίας διώχθηκαν και φυλακίσθηκαν εκδότες εφημερίδων που δημοσίευσαν προκηρύξεις της 17 Νοέμβρη. Έτσι, παρατηρείται βάσει αυτών μια κλιμάκωση στο να επιβληθούν όλο και πιο αυστηρότερα μέτρα περιορισμού ενάντια στους οποίους δημόσια πολεμούν με όλα τα δυνατά μέσα τον καπιταλισμό, αμφισβητώντας αυτό το μοντέλο ανθρώπινης συνύπαρξης.

Οι διατάξεις αυτές αποσύρθηκαν προσωρινά, όχι σε μόνιμη βάση, όπως είπε σε δήλωσή του ο υπουργός Δικαιοσύνης Σ. Κοντονής, διότι είναι υποχρεωτικά μέτρα που πρέπει να παρθούν και οι συγκεκριμένες τέθηκαν με ευρωπαϊκή οδηγία.

Το γενικό κλίμα απομόνωσης που προσπαθεί να επιβάλλει το κράτος γύρω από τους αγωνιζόμενους κύκλους, με τους τρομονόμους, με τις ειδικές συνθήκες που γίνονται τα δικαστήρια, με την καταστολή και την ποινικοποίηση των συγγενικών – φιλικών και συντροφικών σχέσεων, είναι στο χέρι μας να σπάσει. Οι βαρύτατες ποινές έχουν ως στόχο τους την πολιτική και ηθική εξόντωση των αγωνιστών και λειτουργούν ταυτόχρονα ως μια υπενθύμιση σε όποιους-ες θελήσουν στο μέλλον να προβούν σε παρόμοιες πρακτικές αγώνα. Οι τρομονόμοι είναι το βασικό όπλο καταστολής και ένα μέσο εκδίκησης προς τους αναρχικούς.

Όμως, όπως έχει δείξει η ιστορία έως τώρα, η επιβολή εξοντωτικών ποινών από την δικαστική εξουσία, δεν έχει λειτουργήσει ανασταλτικά ως προς την συνέχιση του αγώνα. Ο εσωτερικός εχθρός δεν έχει ηττηθεί ούτε πολιτικά, ούτε και ηθικά. Αντιθέτως, όλο αυτό το μένος και η εκδικητικότητα ατσαλώνουν όλο και πιο πολύ τις συνειδήσεις και διογκώνουν το πάθος που μας τρέφει για την δημιουργία ενός κόσμου ισότητας και ελευθερίας.

Ανυποχώρητος αγώνας – Υπομονή – Δύναμη

Κωνσταντίνα Αθανασοπούλου

Με τον Κουφοντίνα είμαστε μαζί ενάντια σε κράτος και καταστολή

 

Ο επαναστάτης πολιτικός κρατούμενος βρίσκεται 16 χρόνια στη φυλακή καταδικασμένος για την συμμετοχή του στην ε.ο. 17 Νοέμβρη. Στις 30 Μαΐου ξεκίνησε απεργία πείνας με αιτήματα την επαναχορήγηση της τακτικής άδειας εξόδου και την κατάργηση του εισαγγελικού βέτο. Άδεια η οποία μπλοκαρίστηκε κατόπιν παρέμβασης της εισαγγελέως του Αρείου Πάγου Ξένης Δημητρίου, όταν άσκησε πειθαρχικές διώξεις στους 2 εισαγγελείς των φυλακών Κορυδαλλού προκειμένου να μπλοκάρει την όλη διαδικασία

Από την αρχή της απεργίας αναπτύχθηκε ένα πολύμορφο κίνημα αλληλεγγύης σε πανελλαδικό επίπεδο με πορείες, συγκεντρώσεις, καταλήψεις κτηρίων, κινήσεις αντιπληροφόρησης έως και επιθετικές ενέργειες. Αποτέλεσμα των δράσεων αυτών ήταν και 22 συλλήψεις συντρόφων. Επίσης, από ομάδα συντρόφων πραγματοποιήθηκε δράση με στόχο τον οικοδομικό συνεταιρισμό των δικαστικών υπαλλήλων Ελλάδος, όπου συστεγάζεται με το πολιτικό γραφείο του Μ. Βαρβιτσιώτη. Κατά την διάρκεια της δράσης ο αστυνομικός φρουρός του Βαρβιτσιώτη πυροβόλησε σε ευθεία βολή την ομάδα των συντρόφων που αποχωρούσε.
Η δολοφονική αυτή επίθεση δεν κατάφερε να κάμψει τις κινήσεις αλληλεγγύης οι οποίες συνεχίστηκαν αμείωτες μέχρι την λήξη της απεργίας πείνας του Δ. Κουφοντίνα μετά από 16 ημέρες, όταν ικανοποιήθηκε το αίτημα του για την χορήγηση τακτικής άδειας.

Κατά την διάρκεια της απεργίας πείνας αλλά και μετά ασκήθηκαν έντονες πιέσεις από την πολιτική και δικαστική εξουσία, από οικονομικούς παράγοντες, από τα ΜΜΕ, από ξένες κυβερνήσεις και πρεσβείες.

Η θετική έκβαση της απεργίας πείνας κινητοποίησε τον κρατικό μηχανισμό που δεν άργησε να απαντήσει. Την εργολαβία για την συγκεκριμένη επίθεση ανέλαβε εκ νέου η εισαγγελέας του Αρείου Πάγου Ξένη Δημητρίου, η οποία έδωσε εντολή στη γνωστή εισαγγελέα Πειραιά Β. Μαρσιώνη να προχωρήσει σε προκαταρκτική εξέταση εις βάρος 8 πολιτικών κρατουμένων σχετικά με το αδίκημα της υποκίνησης σε στάση που είναι κακουργηματικού χαρακτήρα και αφορά την αλληλεγγύη των κρατουμένων στον αναρχικό Ντίνο Γιαγτζόγλου που μετήχθη βίαια ενώ βρίσκονταν σε απεργία πείνας. Η Β. Μαρσιώνη ήταν η προηγούμενη εισαγγελέας των φυλακών Κορυδαλλού η οποία απέρριπτε τις αιτήσεις για την χορήγηση άδειας στους συντρόφους Κουφοντίνα και Γουρνά απαιτώντας από αυτούς δηλώσεις μετάνοιας.
Εάν τελικά ασκηθεί δίωξη στους 8 πολιτικούς κρατούμενους, αυτό σημαίνει ότι στερούνται αυτόματα το δικαίωμα στην άδεια, ενώ οποιαδήποτε ποινή ενδεχομένως τους επιβληθεί θα πρέπει να εκτιθεί μετά την λήξη της ποινής που ήδη εκτίουν.
Οι κλήσεις αφορούν τους Αργυρού Παναγιώτη, Γουρνά Κώστα, Κουφοντίνα Δημήτρη, Μπολάνο Δαμιανό, Νικολόπουλο Γιώργο, Νικολόπουλο Μιχάλη, Τσάκαλο Γεράσιμο, Τσάκαλο Χρήστο.

Το κράτος θέλει να παρατείνει την ομηρία των πολιτικών κρατούμενων και να ισχυροποιήσει το καθεστώς εξαίρεσης που ισχύει για αυτούς, ενώ παράλληλα μέσω της συγκεκριμένης μεθόδευσης προσπαθεί να εκφοβίσει το σύνολο των κρατουμένων, προκειμένου να εκβιάσει πειθαρχημένες συμπεριφορές.

ΓΠ

Λόγια σταράτα

Όσες κι αν χτίζουν φυλακές κι αν ο κλοιός στενεύει, ο νους μας είναι αληταριό που όλο θα δραπετεύει. Σαν αερικό θα ζήσω, σαν αερικό

(“Αερικό”,στίχοι Θαν. Παπακωνσταντίνου)

 

1. Βραχιολάκια δεν φοράνε μόνο στις φυλακές, αλλά και στην… Amazon!

Η εταιρεία λιανικού διαδικτυακού εμπορίου Αmazon (του πλουσιότερου ανθρώπου στον κόσμο, Τζεφ Μπέζος, με αξία επιχείρησης 121.3 δισ. $), επιχείρησε στην Ιταλία να βάλει “βραχιολάκια” επιτήρησης κι ελέγχου στους εργαζόμενούς της “για να υποστηρίξει τους εργαζόμενους στη διάρκεια του ωραρίου τους και για να καταστήσει πιο εύκολες και αποτελεσματικές τις διαδικασίες της εργασίας τους”. Κι ενώ η ιταλική Κρατική Αρχή για την Προστασία των Προσωπικών Δεδομένων προσπαθεί να κρατήσει τα προσχήματα (περί μη αποδεκτής ενέργειας), το ιταλικό Υπουργείο Εργασίας αφήνει το παραθυράκι ανοιχτό…: “τα βραχιολάκια αυτά δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν, αν δεν υπάρξει σαφής συναίνεση των συνδικάτων”. Η απόφαση, λοιπόν, στα χέρια των πουλημένων γραφειοκρατών συνδικαλιστών!

Έτσι, λοιπόν, παρουσιάζεται από τα αφεντικά, με σύγχρονη γλώσσα, η αύξηση της παραγωγικότητας των εργαζόμενων, δίνοντάς τους, μάλιστα, στην περίπτωση της Amazon κι εντολή με μικρή δόνηση σε περίπτωση που κινούνται σε λαθεμένη κατεύθυνση στο χώρο δουλειάς.

Το δυστοπικό αυτό πείραμα, βέβαια, έχει δοκιμαστεί εδώ και καιρό, παγκόσμια, σε καταδικασμένους/ες ή φυλακισμένους/ες σε περιπτώσεις χορήγησης αδειών από τη φυλακή, προσωρινής απόλυσης ή αναστολής εκτέλεσης ποινής με όρους. Στην Ελλάδα, ειδικώτερα, οι εκπαιδευτικές άδειες των κρατούμενων χορηγούνται μόνο με τη χρήση “βραχιολιού”, μία τάση που, απ’ ό,τι διαφαίνεται, θα επεκταθεί και σε όσους/ες καταδικάζονται με αναστολή ή σε όσους/ες θα παίρνουν κανονική άδεια.

Η χρήση “βραχιολιού”, όμως, έχει και ταξικό χαρακτήρα. Η εταιρεία G4S που το διαχειρίζεται πληρώνεται από τον/ην κρατούμενο/η 15€ την ημέρα, ή 450€ το μήνα, όσο δηλαδή ένας σημερινός μισθός. Ο/Η κρατούμενος/η είναι υποχρεωμένος/η να το φοράει και μέσα στη φυλακή (διότι, όπως ισχυρίζεται η εταιρεία, η προσθαφαίρεση του “βραχιολιού” απαιτεί ειδικευμένο τεχνικό κι, άρα, είναι ασύμφορη), με αποτέλεσμα να προκαλεί ανεπανόρθωτα παθολογικά προβλήματα στους/ις κρατούμενους/ες, λόγω της συνεχούς έκθεσης σε ηλεκτρομαγνητικό πεδίο.

Το αποτέλεσμα είναι ότι όσοι/ες δεν έχουν χρήματα, δεν θα μπορούν να το χρησιμοποιήσουν. Η αντιπρόταση, βέβαια, δεν είναι το “δωρεάν βραχιολάκι”. Το ζήτημα είναι αν αποδεχόμαστε στη φυλακή (όπως και στον εργασιακό τομέα) τη δυστοπική κατάσταση επιτήρησης κι ελέγχου, σε μία κοινωνία που προσπαθεί να καταγράφει τις κινήσεις μας, γνωρίζοντας ανά πάσα στιγμή που είμαστε και τι κάνουμε, με αντάλλαγμα “ανάσες ελευθερίας”. Mεγάλο και δύσκολο θέμα, που πρέπει, όμως, να ανοίξουμε…

2. Οι θάνατοι στις φυλακές (και στα Α.Τ.) δεν είναι “τυχαίοι”, είναι δολοφονίες των ανθρωποφυλάκων(και των μπάτσων)

5 θάνατοι σε 20 μέρες στις φυλακές και στα κρατητήρια αστυνομικών τμημάτων:

* 29 Γενάρη 2018. Ένας 29χρονος εξαρτημένος και οροθετικός, στο αποκαλούμενο “νοσοκομείο” των φυλακών Κορυδαλλού ‘Άγιος Παύλος’, βρέθηκε απαγχονισμένος, σε ειδικό χώρο απομόνωσης. Σε λίγες εβδομάδες αποφυλακιζόταν…

* 2 Φλεβάρη 2018. Ο Μαλτέζος Σώζος, 26 ετών, πέθανε από πρήξιμο-μόλυνση δοντιού στις φυλακές Λάρισας, μετά από μεταγωγή του από τις φυλακές Μαλανδρίνου, προκειμένου να εισαχθεί στο Νοσοκομείο Λάρισας. Δυστυχώς, δεν πρόλαβε…

* 5 Φλεβάρη 2018. Κρατούμενος, 33 ετών, κρεμάστηκε στις φυλακές Αλικαρνασσού Κρήτης.

* 11 Φλεβάρη 2018. Κρατούμενος, 58 χρονών, αυτοκτόνησε στο Α.Τ. Τρικάλων κόβοντας την καρωτίδα του.

* 16 Φλεβάρη 2018. Αυτοκτονία κρατούμενου στο Α.Τ. Κισσάμου Χανίων. Απαχγονίστηκε με κουβέρτα.

Είτε πρόκειται για ολιγωρία των δεσμοφυλάκων/μπάτσων, είτε πρόκειται για αυτοκτονίες λόγω των απάνθρωπων όρων κράτησης και της αδυναμίας των πιo “ευαίσθητων” κρατούμενων να δουν “φως στο τούνελ”, όλα αυτά δείχνουν το απαίσιο πρόσωπο του κρατικού μηχανισμού, που είναι ένας νομιμοποιημένος “κίλερ”. Σκοτώνει και, με μία ΕΔΕ, (αυτο)απαλάσσεται. Κι όλα αυτά δεν ισχύουν, βέβαια, για τους πλούσιους και επώνυμους κρατούμενους, που εύκολα μπορούν να πηγαίνουν στα νοσοκομεία ή που έχουν όλες τις ανέσεις στα κελιά τους, ώστε να καλοπερνάνε και να μην σκέφτονται την αυτοκτονία.

Αυτός ο σύγχρονος Μολώχ, που τρέφεται από τις σάρκες των κρατούμενων, δεν αναμορφώνεται, ούτε εξανθρωπίζεται. Ανατρέπεται.

3. 2η άδεια για τον Δημήτρη Κουφοντίνα

Με λιγότερο θόρυβο και επιθέσεις από τον δεξιό και ακρο-δεξιό πολιτικό και μιντιακό συρφετό πήρε ο Δημήτρης Κουφοντίνας τη 2η διήμερη άδειά του στις αρχές Φλεβάρη. Μια άδεια που δικαιούται στα 8 χρόνια και την παίρνει στα 16!

Ας το χωνέψουν καλά, ότι δεν είναι δυνατόν να ξαναδικάζεται ο Δημ. Κουφοντίνας, για 2η φορά, από τους “παθόντες” συγγενείς τραπεζιτών, εφοπλιστών, πολιτικών, στρατιωτικών, βασανιστών, κ.α., με αίτημα να μην πάρει ποτέ άδεια ή να μην βγει ποτέ από τη φυλακή.

Πίσω απ’ όλα αυτά, μάλλον, υπάρχει κάτι άλλο που δεν το ομολογούν: το φάντασμα του “φαρμακοχέρη” τούς φοβίζει ακόμα. Κι ας μην είναι το δικό του χέρι…

4. “Αποσυμφόρηση φυλακών”: καλά, πλάκα μας κάνουν;

Η μείωση του αριθμού των κρατούμενων λόγω απολύσεων από τις φυλακές (σύμφωνα με τους πρόσφατους πίνακες του Υπουργείου Δικαιοσύνης), πλασάρεται με το συνοδευτικό χαπάκι, ότι, δηλαδή, υπάρχει πολιτική βούληση γιά “αποσυμφόρηση των φυλακών”. Τι λένε, όμως, αυτοί οι πίνακες ; Οτι ενώ, πράγματι, υπήρξαν απολύσεις κρατούμενων με το νόμο Παρασκευόπουλου (από 12.693 το 2014, μειώθηκαν σε 11.798 το 2015 και σε 9.611 το 2016), στη συνέχεια ο αριθμός των κρατούμενων παραμένει σταθερός (9.560 το 2017) και μετά αυξάνεται πάλι! (10.011 το Γενάρη του 2018, 10.030 τον Φλεβάρη του 2018, και 10.055 το Α’ 15ήμερο του Μάρτη 2018). Τι σημαίνει αυτό; Οτι οι “αξιότιμοι” κ.κ. δικαστές και εισαγγελείς ξαναπήραν φόρα και συνεχίζουν, με αμείωτο ζήλο, να στέλνουν παραπάνω κόσμο στη φυλακή (παρά τις αποφυλακίσεις), μοιράζοντας πολλές και εξοντωτικές ποινές, με αποτέλεσμα να ξαναγεμίζουν οι φυλακές. Οσοι/ες αποφυλακίζονται πρέπει να αντικαθίστανται από νεο-εισερχόμενους/ες…

Το κατασταλτικό κράτος δουλεύει με σχέδιο. Αστυνομία+αντιτρομοκρατική “υποδεικνύουν” ενόχους και εισαγγελείς+δικαστές “εκτελούν”.

Υ.Γ.: Αυτό το ζήτημα έχει, εξάλλου, αναδειχθεί και από τους κρατούμενους μέσω της Επιτροπής Αγώνα Φυλακών, που, αναφερόμενη στον σωφρονιστικό κώδικα, επισημαίνει ότι εξοντωτικές ποινές μοιράζονται σαν τα στραγάλια και, επιπλέον, ότι στην περίπτωση που κρατούμενοι/ες υποπέσουν σε πειθαρχικό παράπτωμα, στη διάρκεια έκτισης της ποινής ή της άδειας, υποχρεούνται να εκτίσουν τις επιπλέον ποινές ανεβάζοντας την κράτησή τους στα ύψη.

5. Επιλεκτική τροπολογία

To KKE έφερε 2 τροπολογίες στη Βουλή (στο πλαίσιο του νομοσχεδίου “Καταπολέμησης της βίας κατά των γυναικών και της ενδοοικογενειακής βίας”) για κατάργηση διατάξεων του “τρομονόμου” και τον περιορισμό χρήσης του DNA. Κι ως εδώ καλά. Στη συνέχεια, αναφέρεται, επιλεκτικά, στην εξόφθαλμη περίπτωση χρήσης DNA για την καταδίκη της Ηριάννας και του Περικλή. Λέξη, βέβαια, για τους πολιτικούς κρατούμενους ένοπλους αντάρτες. Τσιμουδιά γιά τους αναρχικούς. Αυτοί είναι επικίνδυνοι “τρομοκράτες”… Οχι, βέβαια, ότι περιμέναμε κάτι διαφορετικό απ΄αυτούς που δήλωναν τον Δεκέμβρη του 2008 ότι “στην πραγματική λαική εξέγερση δεν θα σπάσει ένα τζάμι” (Παπαρήγα).

ΜαΜα

Το ιατροφαρμακευτικό σύστημα των σωφρονιστικών καταστημάτων στην Ελλάδα

Με αφορμή τον θάνατο του πιτσιρίκου Μαλτέζου Σώζου, στις 2/2/2018, στις φυλακές της Λάρισας από οδοντική φλεγμονή, αναγκάστικα να σκεφτώ το αν και το πόσο μετράει μια ανθρώπινη ζωή στα ελληνικά κολαστήρια. Ενδιαφέρον έχει και το πώς χειρίζεται το κράτος, αλλά και τα συστημικά ΜΜΕ, αυτές τις κρατικές δολοφονίες.

Για όσους θυμούνται, προσπάθησαν να αποσιωπήσουν το θέμα: την πρώτη και δεύτερη ημέρα δεν υπήρχε πουθενά σαν είδηση.

Μετά όμως από το σάλο που προκλήθηκε από τα μέσα αντιπληροφόρησης, κι εφόσον είδαν ότι δεν μπορούσαν να φιμώσουν τους κρατούμενους που μιλούσαν για αυτό, άρχισε να εμφανίζεται σαν είδηση, αλλά με άγνωστη αιτία θανάτου, ενώ, αφήνοντας υπονοούμενα ότι μπορεί να πέθανε από ναρκωτικά, έλεγαν “περιμένουμε τις τοξικολογικές εξετάσεις”. Το θέμα δεν καταλάγιασε.

Δυστυχώς για αυτούς, και σύμφωνα με την ιατροδικαστική έκθεση, επιβεβαιώθηκε ότι ο συγκρατούμενός μας Σώζος έφυγε από απόστημα στο δόντι. Τότε τα συστημικά παπαγαλάκια μιλούσαν για ένα ατύχημα στην καλοκουρδισμένη μηχανή που ονομάζεται “φυλακή”. Η αλήθεια όμως είναι άλλη: ο θάνατός του Σώζου είναι απλά ένας ακόμα, όπως δεκάδες που συμβαίνουν κάθε χρόνο στα ελληνικά κολαστήρια.

Αναγκάστηκα να φέρω στη μνήμη μου τα μπουντρούμια της δημοκρατίας τους, που άλλαξα την τελευταια 10ετια, και το τί έχω δει.

Πρώτη στάση Αυλώνα (φυλακές ανηλίκων). Το πρώτο πράγμα που σου έκανε εντύπωση, είναι τα παραμορφωμένα και πρησμένα πρόσωπα των κρατουμένων. Τον λόγο τον βίωνα στο πετσί μου, το ίδιο κιόλας βράδυ… Κάθε βράδυ είμασταν το κυρίως πιάτο για εκατομμύρια κοριούς. Όταν πήγα στο ιατρείο, μετά από αλλεργικό σοκ από το δάγκωμα των κοριών, φάρμακα, φυσικά, δεν υπήρχαν, αλλά υπήρχε η συμβουλή από το γιατρό, μου είπε “να αρχίσω να το συνηθίζω το δάγκωμά τους γιατί οι αλοιφές είναι ακριβές και δεν γίνεται να προμηθεύει τη φυλακή με αυτές”.

Επόμενη στάση, Χίος, μία φυλακή 170 ατόμων που είχε αγροτικό ιατρό 6 ώρες την εβδομάδα και τις υπόλοιπες ώρες, εάν πάθαινες το παραμικρό, μπορούσες ελεύθερα να πεθάνεις στο θάλαμό σου. Είκοσι μήνες που έμεινα στη Χίο, έβγαλαν σχεδόν 10 νεκρούς παγωμένους μέσα από τους θαλάμους τους.

Μετά από εκεί, πήραμε σειρά για Κέρκυρα. Η φυλακή είχε 10 ακτίνες και σχεδόν 300 άτομα, εκεί ο Αγροτικός γιατρός ερχόταν 5 μέρες την εβδομάδα, για 2 ώρες την ημέρα. Στην Κέρκυρα συνάντησα μία πρωτοτυπία, που δεν έχω ξαναδεί σε άλλο κολαστήριο: ανθρωποι οροθετικοί ήταν κλεισμένοι σε πειθαρχεία 24 ώρες το 24ωρο, 7 ημέρες την εβδομάδα, και αναγκασμένοι να κάνουν ανάγκες μέσα σε μπουκάλια και να κοιμούνται δίπλα σε αυτά. Ο λόγος ήταν απλός: δεν θεωρούνταν από τον αρχιφύλακα της φυλακής αρκετά άρρωστοι για να είναι σε νοσοκομείο αλλά και ήταν επικίνδυνοι, μην κολλήσουν τους υπόλοιπους. Οπότε εκεί, ξεχασμένοι μέσα στο μπουντρούμι, ήτανε μία χαρά για όλους.

Για να γράψω για το πως είναι η ιατροφαρμακευτική περίθαλψη σε όλα τα ελληνικά κολαστήρια, θα χρειαζόμουν δεκάδες τόμους, για τον λόγο αυτό πιάνουμε την μεγαλύτερη φυλακή, η οποία είναι μέσα στον αστικό ιστό, και θεωρείται ότι στο θέμα της ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης είναι λίγο καλύτερα από τις υπόλοιπες.

Εδώ αναγκάζομαι και φέρνω στη μνήμη ένα πάλι προσωπικό βίωμα, αλλά αρκετά συνηθισμένο για αρκετούς κρατούμενους:

Έτυχε και είχα σπάσει και τα δύο χέρια μου στο κατάστημα κράτησης Κορυδαλλού και έπρεπε να μεταχθώ σε εξωτερικό νοσοκομείο για γύψο, ακτινογραφίες κλπ. Μου ζήτησαν να φορέσω χειροπέδες, αλλιώς δεν θα με κάνανε μεταγωγή.

Όταν αρνήθηκα και ζήτησα την παρέμβαση του ιατρού, διότι τα χέρια μου ήταν σπασμένα σε τέσσερα σημεία, ο γιατρός μου είπε ότι δεν μπορεί να κάνει κάτι και ότι υπεύθυνος είναι ο Διοικητής της μεταγωγής, οπότε, αναγκαστικά, για να μην μείνω ανάπηρος, μεταφέρθηκα με χειροπέδες και κλούβα.

Αλλο ενδιαφέρον στον Κορυδαλλό είναι ότι, ενώ η ηρωίνη είναι σχεδόν νόμιμη, τα περισσότερα φάρμακα θα πρέπει να τα αγοράσεις απ’ έξω, με δικά σου χρήματα. Αν δεν έχεις κάποιον άνθρωπο να στα φέρει, ή λεφτά να τα αγοράσεις, απλά δεν παίρνεις την κατάλληλη αγωγή, με ό,τι αυτό σημαίνει. Ο αντίλογος του υπουργείου σε όλα αυτά είναι ότι δεν υπάρχουν χρήματα λόγω της οικονομικής κρίσης, λες και προ κρίσης οι φυλακές ήταν σε καλύτερη κατάσταση. Βέβαια, αυτό είναι μια ξεκάθαρη κοροϊδία, και αποδείκνυεται ότι, ενώ φάρμακα και ιατροί δεν υπάρχουν, τα ψυχοφάρμακα δίνονται με τις χούφτες, απλά για να είναι οι κρατούμενοι σε καταστολή.

Εκεί δεν υπάρχει οικονομικό πρόβλημα…

Αρκεί οι φυλακές να είναι ήσυχες και να μην ακούγονται πουθενά…

Βασίλης Φάτσης