Από τους αγώνες στις φυλακές ως την απελευθέρωση

Από τα τέλη Οκτώβρη 2017 ξεκίνησε η κινητοποίηση στις φυλακές ενάντια στον νέο σωφρονιστικό κώδικα. Για τις κρατούμενες και τους κρατούμενους, ο σωφρονιστικός κώδικας είναι ο εσωτερικός κανονισμός που ισχύει μέσα στις φυλακές. Κάτι σαν “οδηγίες χρήσεως”. Στις διατάξεις του περιλαμβάνονται τα πάντα, από την διαδικασία εισαγωγής μιας νεοεισερχόμενης κρατούμενης στην φυλακή, έως τις προϋποθέσεις για την χορήγηση άδειας (που συνήθως έχουν να κάνουν με τις διαθέσεις του εκάστοτε εισαγγελέα!).

Ο νέος σωφρονιστικός κώδικας συνοδεύεται από μια σειρά φασιστικών διατάξεων που κάνουν ακόμα πιο σκοτεινό μέρος την φυλακή. Διατάξεις που μας μετατρέπουν σε πειραματόζωα, επιβάλλοντάς μας να φοράμε ηλεκτρονικό σύστημα γεωεντοπισμού (ηλεκτρονικό βραχιολάκι), που επαναφέρουν τις φυλακές τύπου Γ’ και τις ειδικές συνθήκες κράτησης, που ταπεινώνουν τους κρατούμενους μέσω του εξευτελιστικού σωματικού ελέγχου (γύμνωση), που νομιμοποιούν τη βία των σωφρονιστικών υπαλλήλων ακόμα και σε περιπτώσεις παθητικής αντίστασης των κρατουμένων, που διατηρούν στο ακέραιο την υπερεξουσία του εισαγγελέα να αποφασίζει για τα πάντα στις φυλακές, ως η απόλυτη αρχή πάνω στις ζωές μας.

Παράλληλα, υπάρχουν διατάξεις που στοχοποιούν συγκεκριμένα τις γυναίκες κρατούμενες, όπως τις μωρομάνες, αφού δίνουν την εξουσία στα δικαστήρια ανηλίκων, σε κάποιες περιπτώσεις, να αποφασίζουν για την τύχη των ανήλικων παιδιών, ανοίγοντας το δρόμο για την βίαιη απόσπαση των παιδιών από τις μητέρες τους και την φυλάκισή τους σε ιδρύματα ανηλίκων.

Για αυτούς τους λόγους και για όλους τους λόγους του κόσμου, αποφασίσαμε στις γυναικείες φυλακές Κορυδαλλού, σε συντονισμό με τις ανδρικές, να οργανώσουμε την κινητοποίηση ενάντια σε αυτές τις φασιστικές διατάξεις του σωφρονιστικού κώδικα και να διεκδικήσουμε το αυτονόητο, την αξιοπρέπειά μας και τον τερματισμό της εκδικητικής τιμωρίας της δικαιοσύνης πάνω μας. Τα αιτήματά μας έχουν πλαισιωθεί με κινήσεις – βραχυκυκλώματα λειτουργίας της φυλακής, παρατείνοντας τα ωράρια ανοιχτών προαυλίων αλλά και κελιών καθημερινά. Με αυτό τον τρόπο καταφέραμε να κερδίσουμε και μια μικρή απελευθέρωση του κλειδωμένου χρόνου και χώρου που μας επιβάλλει το σωφρονιστικό σύστημα.

Παράλληλα, η κινητοποίηση στόχευσε, και κατάφερε, να μην κλειστεί μέσα στους τοίχους της φυλακής, αλλά να δημοσιοποιήσει την ύπαρξή της, μέσω συνελεύσεων, ανακοινώσεων, συνεντεύξεων και παρεμβάσεων, ώστε να δημιουργηθεί μια σύνδεση μεταξύ της ορατής φυλακής των κρατούμενων και της αόρατης φυλακής της κοινωνίας. Σε αυτό τον αγώνα, ως γυναίκες κρατούμενες, συμβάλλουμε από την αρχή με τη δική μας δυναμική και αποφασιστικότητα, με αποτέλεσμα να έχουμε αναδείξει και κάποια πιο ιδιαίτερα αιτήματα που μας αφορούν. Συχνά οι γυναίκες κρατούμενες βρίσκονται φυλακισμένες και στον υποτακτικό ρόλο της γυναίκας στα πρότυπα του πατριαρχικού πολιτισμού. Σε ένα μεγάλο ποσοστό βρίσκονται και οι άνδρες τους φυλακή και η νοοτροπία τους είναι αυτή, του να ακολουθούν τον άνδρα. Έτσι, η συμμετοχή των γυναικών στην κινητοποίηση, τις απελευθερώνει διπλά. Μια φορά από την κανονικότητα της φυλακής και μια φορά από την υποτακτικότητα του ρόλου που επιβάλλουν τα πατριαρχικά πρότυπα που θέλουν τις γυναίκες σε θέση παθητικού θεατή. Μέσω της κινητοποίησης η γυναίκα κρατούμενη γίνεται πρωταγωνίστρια της ζωής της, καθώς μπαίνει στην πρώτη γραμμή της διεκδίκησης των δικαιωμάτων που της έχουν κλέψει.

Από το 2011, που μπήκα στην φυλακή, πολλά είναι αυτά που έχουν αλλάξει στις γυναικείες φυλακές. Κατακτήθηκε η εμπιστοσύνη μεταξύ ποινικών και πολιτικών γυναικών κρατουμένων, ξεπεράστηκαν οι ταμπέλες μέσω των κοινών βιωμάτων και, το σημαντικότερο, οι γυναίκες κρατούμενες κέρδισαν αυτοπεποίθηση μέσα από μια σειρά αγώνων που κερδήθηκαν αυτά τα 7 χρόνια. Έτσι αποδυναμώθηκε το μοντέλο του παρτακισμού, όπου κάθε γυναίκα κρατούμενη κοιτάει μόνο την πάρτη της και την υπόθεσή της και δημιουργήθηκε μια γυναικεία κοινότητα που θέτει τα ζητήματα και τα προβλήματα που αντιμετωπίζει, αναζητώντας λύσεις μέσα από τον αγώνα. Αυτή η σχέση και η εμπιστοσύνη χρόνων δημιούργησε και τώρα την Επιτροπή Αγώνα, μέσα από την αμοιβαιότητα και την αμεσότητα διαδικασιών, καθώς οι κρατούμενες αξιοποίησαν τις προηγούμενες εμπειρίες τους και δυναμικά πλέον ξέρουν να διεκδικούν τα δικαιώματά τους. Η Επιτροπή Αγώνα Γυναικείων φυλακών λειτουργεί με την αρχή της ισότητας, δεν υπάρχουν κλίκες και αρχηγικές τάσεις λόγω παλαιότητας ή δύναμης και είναι ανοιχτή σε όλες που θέλουν να συνεισφέρουν στον συλλογικό αγώνα. Η ενημέρωση είναι άμεση με συχνές συζητήσεις από κελί σε κελί, υπάρχει περαιτέρω εξήγηση σε όσες είναι αναλφάβητες και γίνονται πάντα οι απαραίτητες μεταφράσεις σε γυναίκες που δεν ξέρουν ελληνικά. Το κοινό βίωμα στη συνθήκη του εγκλεισμού είναι αυτό που μας ενώνει, που ξεπερνάει τις διαφορετικές προσωπικότητες, εθνικότητες, νοοτροπίες, αντιλήψεις και ο κοινός μας στόχος μας απεγκλωβίζει από τον ρόλο του θύματος, ξεπερνώντας τον φόβο της καταστολής.

Η κινητοποίηση αυτή είναι ένας αγώνας για την αξιοπρέπεια μας, τον οποίο δεν θα εγκαταλείψουμε. Ο αγώνας μας συνεχίζεται…..

Όλγα Οικονομίδου

Μέλος Συνομωσίας Πυρήνων της Φωτιάς

Γυναικείες Φυλακές Κορυδαλλού

Τα εξελιγμένα τεχνολογικά μέσα των μηχανισμών καταστολής δεν μπορούν να υπερνικήσουν την δίψα για ελευθερία ενός ανθρώπου

Συνέντευξη με τον σύντροφο Μ. Σεισΐδη

Στις 16/1/2006 πραγματοποιήθηκε απαλλοτρίωση στην ΕΤΕ στην Σόλωνος, κατά την οποία συνελήφθη τραυματισμένος ο αναρχικός Γ. Δημητράκης. Τα μίντια σε αγαστή συνεργασία με τους μπάτσους στοχοποιούν το φιλικό και συντροφικό περιβάλλον του, υποδεικνύοντας ως διαφυγόντες συνεργούς του τους συντρόφους: Μ. Σεισΐδη, Σ. Σεισΐδη και Γ. Τσιρώνη. το 2008 και ενώ οι σύντροφοι παρέμεναν καταζητούμενοι, ο τότε υπουργός προστασίας του πολίτη, Β. Χρυσοχοΐδης τους επικυρήσσει έναντι 600.000 ευρώ έκαστο. Οι σύντροφοι παραμένουν για διαφορετική χρονική περίοδο καταζητούμενοι. Ο Μάριος Σεισΐδης συνελήφθη τον Αύγουστο του 2016 σε τυχαίο αστυνομικό μπλόκο και καταδικάστηκε για την συγκεκριμένη υπόθεση σε 36 χρόνια, ξεκάθαρα εκδικητικά λόγω της πολιτικής του ταυτότητας και της μακράς φυγοδικίας του, με μοναδικό “αποδεικτικό” στοιχείο ένα δείγμα DNA . Το εφετείο της υπόθεσης έχει οριστεί στις 6/6/2018. Οι άλλοι δύο σύντροφοι αθωώθηκαν για την συγκεκριμένη υπόθεση.

Παράλληλα, ο σύντροφος κατηγορείται για δύο ακόμα υποθέσεις (ως μέλος των ληστών του Διστόμου στα πλαίσια δράσης του Επαναστατικού Αγώνα και για την σύλληψη του στην Σπάρτη μαζί με τον σύντροφο Κ. Σακκά ).

1) Το 2006, μετά τη ληστεία στην Εθνική Τράπεζα στη Σόλωνος και τη σύλληψη του Γ. Δημητράκη, οι διωκτικές αρχές και τα ΜΜΕ επινοούν τους “ληστές με τα μαύρα”, όπου είσαι ανάμεσα σε αυτούς που φωτογραφίζουν για συμμετοχή στην εν λόγω ομάδα. Συγχρόνως, στοχοποιούν άτομα του φιλικού και συγγενικού περιβάλλοντός σας. Επέλεξες τη φυγοδικία. Αυτή ήταν αποτέλεσμα του κλίματος που επικρατούσε εναντίον σας εκείνη την περίοδο ή ταυτόχρονα περιείχε μια πολιτική στάση ως αναρχικός απέναντι στο κράτος;

Με αφορμή την απαλλοτρίωση της ΕΤΕ στη Σόλωνος, τον Ιανουάριο του 2006, οι διωκτικοί μηχανισμοί, σε αγαστή συνεργασία με τα ΜΜΕ, ξεκίνησαν ένα κυνήγι μαγισσών, αποσκοπώντας στον εντοπισμό και την σύλληψη των ατόμων που διέφυγαν. Η ένταξη και η δραστηριοποίηση του συλληφθέντα, Γιάννη Δημητράκη, στον αναρχικό χώρο αποτέλεσε την απαρχή μιας κατασταλτικής εκστρατείας εις βάρος, τόσο του αναρχικού κινήματος, όσο και του συγγενικού, φιλικού και συντροφικού του περιβάλλοντος. Μέσα σε αυτό το κλίμα τρομοϋστερίας που επικρατούσε, επινοήθηκε το αστυνομικό – δικαστικό αφήγημα των “ληστών με τα μαύρα”. Κάτω από αυτές τις συνθήκες, επέλεξα, όντας καταζητούμενος, να βρεθώ σε καθεστώς παρανομίας για την προάσπιση της ελευθερίας μου. Της ελευθερίας, που, αποτελώντας ό,τι πολυτιμότερο είχα και έχω, καθόρισε συνειδητά και ενστικτωδώς τη συγκεκριμένη αντίδρασή μου υπό το ενδεχόμενο της στέρησης της.

2) Στην πολιτική σου τοποθέτηση στη δίκη για την Τράπεζα στη Σόλωνος σ’ ένα σημείο αναφέρεις “η θέση μου είναι πως η επιλογή απαλλοτρίωσης μιας τράπεζας αποτελεί πράξη αντίστασης…” Μπορείς να μας πεις κάτι παραπάνω για αυτή σου τη θέση;

Στην πολιτική τοποθέτησή μου στο δικαστήριο είχα αναφέρει, μεταξύ άλλων, πως η επιλογή απαλλοτρίωσης μιας τράπεζας αποτελεί μια πράξη αντίστασης ενάντια στην καπιταλιστική βαρβαρότητα και τον οικονομικό φασισμό που σήμερα βιώνουμε εντονότερα από κάθε άλλη εποχή. Οι τράπεζες, ως μηχανισμοί οικονομικής εκμετάλλευσης των ισχυρών, είναι ο αιμοδότης του καπιταλιστικού συστήματος. Με διακριτό τον εχθρικό τους ρόλο προς τον λαό και τα συμφέροντα του, η επιλογή για την απαλλοτρίωση μιας τράπεζας αποτελεί μια πράξη αντίστασης. Ως μέσο άρνησης της μισθωτής σκλαβιάς, που είναι βασική σχέση εκμετάλλευσης, στερώντας από το άτομο τον ελεύθερο χρόνο του και την αυτοδιάθεσή του σε αυτόν, έχει ατομικό χαρακτήρα. Δεν διαθέτει, δηλαδή, τα χαρακτηριστικά ενός συλλογικού προτάγματος, αλλά κυρίως μιας αξιοπρεπούς στάσης. Βέβαια, η επιλογή για την απαλλοτρίωση μιας τράπεζας μπορεί να γίνει με στόχο την χρηματοδότηση ενός συλλογικού πολιτικού εγχειρήματος.

3) Μετά την επεισοδιακή σύλληψή σας με τον Κώστα Σακκά στη Σπάρτη, τον Αύγουστο του 2016, οι διωκτικές αρχές μεθόδευσαν τη βίαιη αρπαγή δείγματος DNA στα υπόγεια του εφετείου, με σκοπό την ενοχοποίησή σου. Τα τελευταία χρόνια το DNA έχει αποδειχτεί ένα χρήσιμο εργαλείο στα χέρια της αντιτρομοκρατικής, προκειμένου να ενοχοποιήσει μια σειρά συντρόφων/ισσών. Το να μη δίνεις οικειοθελώς DNA είναι μια πολιτική πράξη αντίστασης ως προς το πως διαχειρίζεται η αντιτρομοκρατική αυτή την πρακτική; Και, αν για τους διωκόμενους συντρόφους/ισσες ισχύει κάτι τέτοιο, ο υπόλοιπος χώρος πώς θα μπορούσε να συμβάλει σε μια τέτοια κατεύθυνση; Π.χ. εδώ και χρόνια έχει διαμορφωθεί μια τάση στο εσωτερικό του χώρου, σε περίπτωση συλλήψεων να αρνείται να δακτυλοσκοπηθεί ή να δώσει φωτογραφίες σε μια λογική αντίστασης απέναντι στους διωκτικούς μηχανισμούς. Ποια είναι η δική σου άποψη γύρω από αυτό;

Στις 4 Αυγούστου 2016, μετά από τυχαίο αστυνομικό μπλόκο λίγο πιο έξω από τη Σπάρτη, συνέλαβαν έμενα και τον σύντροφο Κώστα Σακκά λαμβάνοντας έτσι τέλος το παράνομο ταξίδι μου στην ελευθερία. Η ολοκλήρωση ενός ταξιδιού με χρονική διάρκεια περίπου 11 ετών, με έφερε αντιμέτωπο με τους επί τόσα χρόνια διώκτες μου. Λίγους μήνες μετά τη σύλληψή μου με κάλεσε ο ειδικός εφέτης ανακριτής για θέματα τρομοκρατίας, απαγγέλοντάς μου την κατηγορία της ένταξης στον Επαναστατικό Αγώνα, μια κατηγορία τελείως ανυπόστατη και άλογη, μη βασιζόμενη πουθενά, παρά μόνο στην ποινικοποίηση των συντροφικών και πολιτικών μου σχέσεων. Είναι αντιληπτό πλέον πως αυτή η κλήση αποτέλεσε πρόσχημα για να οδηγηθώ στα υπόγεια του εφετείου και να υποστώ βασανιστήρια από τους κουκουλοφόρους της αντιτρομοκρατικής, λόγω της άρνησης μου να δώσω DNA. Μια άρνηση οφειλόμενη στην προσπάθειά μου για την απονομιμοποίηση ενός ακόμα κατασταλτικού μέσου στα χέρια των αρχών, με βάση το οποίο το κράτος προσάπτει κατηγορίες σε αγωνιστές χωρίς κανένα στοιχείο σύνδεσης. Ως αναρχικοί οφείλουμε να αρνούμαστε οποιαδήποτε συνεργασία με τους διωκτικούς μηχανισμούς, εμποδίζοντας την απόκτηση κάθε πληροφορίας που αναζητούν. Υπό συνθήκη αιχμαλωσίας στα χέρια των εχθρών τον έλεγχο των καταστάσεων τον έχουν αυτοί, όμως, τηρουμένων των αναλογιών και των δυνατοτήτων του κάθε ατόμου, είναι αυτονόητη η αρνητική στάση και η παρεμπόδιση της διεξαγωγής των διαδικασιών των κατασταλτικών μηχανισμών.

4) Μετά από δύο αθωωτικές αποφάσεις (Σεϊσίδης Σίμος και Τσιρώνης Γρηγόρης) καταδικάστηκες για την ίδια υπόθεση σε 36 χρόνια κάθειρξης. Εκτός από μία πράξη εκδικητικότητας των διωκτικών μηχανισμών απέναντί σου, θεωρείς ότι αυτή η καταδικαστική απόφαση στέλνει ένα γενικότερο πολιτικό μήνυμα; Και, αν ναι, ποιό είναι αυτό;

Στο δικαστήριο για την υπόθεση της απαλλοτρίωσης της ΕΤΕ στη Σόλωνος έγινε εξαρχής αντιληπτό ότι πρόκειται για μια δίκη-παρωδία, με τους δικαστές να εκτελούν χρέη μαριονέτας για την ειλημμένη απόφαση της εξοντωτικής ποινής κάθειρξης των 36 ετών. Ειδικοί ανακριτές και εισαγγελείς είχαν προαποφασίσει για τον καταδικαστικό χαρακτήρα της απόφασης, στηρίζοντας την ενοχή μου μόνο σε δείγματα DNA, τα οποία, σύμφωνα με τους ίδιους, βρέθηκαν σε απόσταση 500 μέτρων από την τράπεζα. Η προσπάθειά τους για καταδίκες είχε ήδη αρχίσει να καταρρέει σαν χάρτινος πύργος, με τις αθωώσεις για τους υπόλοιπους δύο κατηγορούμενους συντρόφους (Σ. Σεϊσίδης, Γρ. Τσιρώνης), ενώ, ακόμα και στην δική μου δίκη, δεν αναγνωρίστηκα από κανέναν μάρτυρα κατηγορίας. Όπως αναφέρεται και στο σκεπτικό της απόφασης, η καταδίκη μου, τόσο για την ληστεία, όσο και για τις 3 απόπειρες ανθρωποκτονίας κατά αστυνομικών, στηρίχθηκε μόνο σε ένα υποτιθέμενο δείγμα DNA, η ταυτοποίηση του οποίου επιβεβαιώθηκε από ένα χαρτί σταλμένο από τον ειδικό εφέτη ανακριτή. Η εκδικητικότητα του κράτους απέναντι σε όσους αντιστέκονται και πολιτικοποιούν τις ιδέες τους σε ένα ευρύτερο πλαίσιο αγώνα είναι ολοφάνερη με την καταστολή χιλιάδων αγωνιστών. Η επιλογή μου για την σχεδόν κατά 11 συναπτά έτη φυγοδικία μου τσαλάκωσε και ενόχλησε το “παντοδύναμο” γόητρο της αστυνομίας. Τα εξελιγμένα τεχνολογικά μέσα και οι χιλιάδες παρακολουθήσεις που γίνονται από τους κατασταλτικούς μηχανισμούς δεν μπορούν να υπερνικήσουν την δίψα για ελευθερία ενός ανθρώπου που επιθυμεί να διαφύγει, κάτι που σαφώς, λόγω της μη ελεγξιμότητάς του, ενοχλεί τις διωκτικές αρχές.

5) Σήμερα βρίσκεσαι αντιμέτωπος με μια νέα δίωξη, με σοβαρές πολιτικές και ποινικές προεκτάσεις. Εκτός από εσένα κατηγορούνται άλλοι 4 αναρχικοί σύντροφοι, οι Ασπιώτης Π., Μαζιώτης Ν., Σακκάς Κ. και Τσιρώνης Γ. Για την ίδια υπόθεση κατηγορούνται και 2 κοινωνικοί κρατούμενοι, ο Χριστοδούλου Σ. και ο Πετρακάκος Γ., επίσης, η συντρόφισσα του τελευταίου, Θεοφίλου Μ., και δύο οικογενειακοί τους φίλοι. Μιλάμε για το αστυνομικοδικαστικό κατασκεύασμα της “υπόθεσης των ληστών του Διστόμου”, που συγχρόνως επιχειρείται να συνδεθεί με την δράση του Επαναστατικού Αγώνα. Θεωρείς ότι η κατασκευασμένη “συμμορία των ληστών με τα μαύρα”, όπου για μια δεκαετία η αντιτρομοκρατική τής χρέωνε ληστείες τραπεζών, ενίσχυση του “επαναστατικού ταμείου”, συμμετοχή σε ένοπλες οργανώσεις, σύμπλευση ποινικών – πολιτικών κτλ, λειτούργησε πιλοτικά γι’ αυτή την αναβαθμισμένη μεθόδευση;

Οι διωκτικοί μηχανισμοί τροφοδοτούσαν επί σειρά ετών κατασταλτικά σενάρια, σύμφωνα με τα οποία, τα άτομα που κατηγορήθηκαν για την υποτιθέμενη ομάδα “ληστές με τα μαύρα” είχαν τον ρόλο του χρηματοδότη των εγχώριων οργανώσεων αντάρτικου πόλης. Ισχυρισμοί τόσο ψευδείς και ευφάνταστοι, που ούτε εντός των δικαστικών αιθουσών δεν μπόρεσαν να σταθούν, παρά τη γνωστή συνεργασία δικαστών και αντιτρομοκρατικής. Ο εισαγγελέας Ασπρογέρακας, ως εμπνευστής της νέας κατασταλτικής επιχείρησης εναντίον αγωνιστών (υπόθεση ληστών του Διστόμου – ΕΑ), είναι ξεκάθαρο ότι επιδιώκει να πάρει ρεβάνς για το χαμένο γόητρο της αντιτρομοκρατικής υπηρεσίας.

6) Αντιλαμβανόμαστε ότι μια από τις σκοπιμότητες της νέας αυτής δίωξης έχει να κάνει με την προσπάθεια επιβολής μεγαλύτερων ποινών, κάτι που θα μπορούσε να επιτευχθεί επίσης με την κατηγορία συγκρότησης εγκληματικής οργάνωσης (187). Γιατί, κατά την γνώμη σου, επιλέγεται η δίωξη να γίνει μέσω του αντιτρομοκρατικού νόμου 187Α; Γιατί επιδιώκεται η εμπλοκή της οργάνωσης του Επαναστατικού Αγώνα; Ποιά είναι, κατά τη γνώμη σου, η πολιτική σκοπιμότητα αυτής της μεθόδευσης; Ποιά είναι τα μηνύματα που θέλει να στείλει και προς ποιές κατευθύνσεις;

Η αστική δικαιοσύνη, ως θεσμικό όργανο του κράτους, εκδικείται τους αναρχικούς λόγω της αμφισβήτησής τους και της προσπάθειάς τους για την κατάργηση του. Επιβάλλουν εξοντωτικές ποινές και ενισχύουν το νομικό τους οπλοστάσιο, όπως η δημιουργία του νόμου 187Α, με νομοθεσίες πολυετών καθείρξεων για τους αγωνιστές. Τους χαρακτηρίζει ως “τρομοκράτες”, αποδίδοντάς τους τα δικά του χαρακτηριστικά, ώστε να εξασφαλίσει την κοινωνική συναίνεση. Μέσα από το μήνυμα της μηδενικής ανοχής προσπαθεί να τρομάξει και να φοβίσει όλους αυτούς που θα επιλέξουν να πάρουν στο μέλλον τη σκυτάλη της αντίστασης. Η επιβολή, όμως , εξοντωτικών ποινών δεν λειτουργεί παραδειγματικά, καθώς οι ιδέες δεν φυλακίζονται και το πάθος για την ελευθερία δεν καταστέλλεται, κι αυτός είναι ο λόγος που πάντα θα αποτυγχάνουν. Αποδέκτες των μηνυμάτων του κράτους είναι και όσοι βρίσκονται εκτός του αναρχικού χώρου, αλλά κινούνται σε παραβατικά μονοπάτια με αξιοπρεπή τρόπο και εκφράζουν έμπρακτα την αλληλεγγύη τους στους αγωνιστές που βρίσκονται σε καθεστώς παρανομίας. Επιδίωξή τους είναι να μειώσουν τις πιθανότητες επιβίωσης αυτών που θα βρεθούν στο δύσκολο αυτό καθεστώς.

7) Ποιά είναι τα στοιχεία που θα πρέπει να αναδείξει και να αντιπαλέψει ένα κίνημα αλληλεγγύης γύρω από αυτήν την υπόθεση;

Θα πρέπει να αναδείξει όλα τα χαρακτηριστικά αυτά που περιέχονται στην ίδια τη σχέση της αλληλεγγύης. Οι αιχμάλωτοι του κοινωνικού και ταξικού πολέμου δεν είναι μόνοι τους, αλλά βαδίζουν μαζί με όλο το κίνημα στους δρόμους του αγώνα. Ακόμα, το κίνημα μέσα από τις δράσεις αλληλεγγύης του, θα πρέπει να δημιουργήσει ένα ανάχωμα στην προσπάθεια ποινικοποίησης των συντροφικών και φιλικών σχέσεων από τη μεριά του κράτους. Είναι σημαντικό το αναρχικό – αντιεξουσιαστικό κίνημα, μέσα από κάθε υπόθεση, να προτάσσει τα συνολικά πολιτικά χαρακτηριστικά του και τις κεντρικές του θέσεις. Να μην υπάρχει περιορισμός σε μια στείρα υπερασπιστική στάση, που θα προκύπτει από τα επιμέρους χαρακτηριστικά της. Ο τρόπος που θα εκφράζεται η αλληλεγγύη και τα στοιχεία που θα εμπεριέχει θα πρέπει να υπηρετούν τα κοινωνικά και απελευθερωτικά προτάγματά μας.

Καταλήψεις και μαχητικός αντιφασισμός

Οι πρόσφατες εκκενώσεις καταλήψεων, με τον τρόπο που έγιναν και, κυρίως, στη χρονική συγκυρία που έγιναν, έρχονται να αναδείξουν αμείλικτα το στρατηγικό δόγμα καταστολής της νέα πολιτικής διαχείρησης της εξουσίας, όπως αυτή εκφράζεται με το νέο ευρωσοσιαλιστικό μανδύα της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ. Από μια περίοδο (που πλέον φαντάζει μακρινή), στην οποία οι πολιτικές συνιστώσες του Σύριζα βρίσκονταν μονίμως ουρά των εκδηλώσεων αλληλεγγύης απέναντι σε καταλήψεις, έχουμε μια κυβέρνηση Σύριζα με τεράστια πείρα πάνω στα κινηματικά αντανακλαστικά (στο συγκεκριμένο ζήτημα κιόλας) ακριβώς λόγω της προηγούμενης όσμωσης της με το κίνημα. Παραμερίζοντας τις όποιες τυχόν πολιτικές ευθύνες προκύπτουν, ακριβώς από αυτήν την όσμωση, και ξεχνώντας και το γεγονός πως, όσοι την κατέγγελαν κάποτε, θεωρούνταν και αντιμετωπίζονταν ως ακραίες περιθωριακές φωνές κάποιων υπερ-καθαρών αναρχοαναρχικών, μπορούμε να φτάσουμε κατευθείαν στο πλέον ευαίσθητο θέμα, που προκύπτει κάθε φορά μετά από κατασταλτικά χτυπήματα σε στέκια και καταλήψεις.

Με μια προσεκτική καταγραφή πολλών επιθέσεων σε καταλήψεις και χώρους αγώνα από την πλευρά κράτους/παρακράτους, και μια ανάλυση του χωροχρονικού πλαισίου στο οποίο αυτές συνέβησαν, διαμορφώνονται σε ένα φανταστικό χάρτη δυο καμπύλες, μία αυτή του εσωτερικού ανταγωνιστικού κινήματος, και μία αυτή της καταστολής από την πλευρά της εξουσίας. Μπορούμε, μάλλον εύκολα, να παρατηρήσουμε ότι σε περιόδους σχετικού βαλτώματος και μιας κάποιας αγρανάπαυσης του κινήματος, δηλαδή με μια πτωτική τάση της αντίστοιχης καμπύλης, παρατηρείται και μια πτωτική τάση της καμπύλης της καταστολής, κάτι που μπορεί να μεταφράζεται και με περισσότερη ανοχή στις καταλήψεις. Στον αντίποδα όμως, σε συνθήκες και σε στιγμές πιο οξυμένης αντιπαράθεσης του κινήματος και του κόσμου του αγώνα με την εξουσία, όταν δηλαδή η καμπύλη που αντιστοιχεί στο ευρύτερο ανταγωνιστικό κίνημα ανεβαίνει, μπορεί να παρατηρηθεί και αντίστοιχη ανοδική τάση της καμπύλης της καταστολής και μάλιστα αρκετά δυσανάλογη.

Δεν είναι δύσκολο να φανταστούμε το γιατί μπορεί να συμβαίνει αυτό. Προφανώς, από επιχειρησιακής άποψης, δηλαδή καθαρά σε ένα στρατιωτικό σκέλος, το κράτος έχει όλη τη φυσική και υλική υπεροπλία να τσακίσει όλες τις καταλήψεις όποτε το θελήσει. Μπορεί να τις εκκενώσει, να τις γκρεμίσει, να συλλάβει όλους τους καταληψίες ακόμα και να τους φυλακίσει. Αν θέλουμε να μην παραμυθιαζόμαστε και μεταξύ μας και να μην παρασυρόμαστε από ακραίους βερμπαλισμούς, αυτό πρέπει να είναι η αρχική μας παραδοχή. Από κει και πέρα, καταλαβαίνουμε ότι, πίσω από κάθε τέτοια κατασταλτική επιχείρηση ή απουσία αυτής, κρύβεται μια σειρά συσχετισμών πολιτικής υφής που έχουν διαμορφωθεί μέσα στα χρόνια.

Έχει ακουστεί άπειρες φορές και είναι πλέον τετριμμένο πως οι καταλήψεις είναι τα απελευθερωμένα εδάφη του αγώνα, της αναρχίας, του κινήματος κτλ κτλ. Ασφαλώς και είναι όλα αυτά και σίγουρα έχουμε βαρεθεί να το διαβάζουμε ή να το γράφουμε. Τι πραγματικά σημαίνει, όμως, στο δια ταύτα; Πώς αντιλαμβανόμαστε την απώλεια αυτών των εδαφών και πώς συνεκτιμούμε την ανακατάληψη τους από τις δυνάμεις της εξουσίας; Έχει φανεί ότι δεν υπάρχουν απόλυτες συγκλίσεις και συμφωνίες ως προς αυτό. Δεδομένου ότι τέτοια χτυπήματα συμβαίνουν κατά κανόνα όταν το κίνημα παρουσιάζει πιο έντονη και επιθετική δραστηριότητα, πάντα υπάρχουν εκείνες οι φωνές τις οποίες κερδίζει η ηττοπάθεια και ο φόβος. Για παράδειγμα, την περίοδο 2006-2007 και πριν την εξέγερση του Δεκέμβρη, όταν στο πλαίσιο του αγώνα οι επιθετικές αναρχικές ενέργειες πολλαπλασιάζονται εκθετικά και με εκπληκτική ταχύτητα, ποιότητα και δυναμική, σημειώθηκαν αρκετές παρακρατικές επιθέσεις σε χώρους αγώνα και αναπτύχθηκε μια παραφιλολογία ότι όσοι κάνουν αναβαθμισμένες ενέργειες (π.χ. εμπρηστικές επιθέσεις σε Α.Τ.) είναι απλώς “ηλίθιοι και ανεγκέφαλοι που δεν υπολογίζουν ότι ο χώρος δε σηκώνει τα αντίποινα”. Βλέπουμε, δηλαδή, πως σε μια ορισμένη συγκυρία όξυνσης της αναρχικής πάλης, η καταστολή αντεπιτίθεται τυφλά και δυσανάλογα, με αποτέλεσμα, πέρα από το όποιο υλικό κόστος (καταστροφές σε χώρους αγώνα, εκκενώσεις, συλλήψεις, φακελώματα κτλ), να υπάρχει και μια φθορά ηθικού, με δυνάμεις του κινήματος να κατηγορούν και να βάλουν κατά της όξυνσης του ίδιου του κοινωνικού ανταγωνισμού.

Πάνω σε αυτό, ανέκαθεν προέκυπταν και διαφωνίες για το πώς περιφρουρούμε, σε πρώτη φάση, τα απελευθερωμένα μας εδάφη και, δεύτερον, πώς κινούμαστε, αν τυχόν τα χάσουμε από τον εχθρό. Είναι μάλλον κοινώς αποδεκτό, πως αν έχει επικρατήσει πιο κεντρικά κάποια λογική πάνω στο θέμα, αυτή αφορούσε κυρίως μια στάση παθητικής αντίστασης σε περιπτώσεις εκκενώσεων, ενώ στη συνέχεια έμπαινε ως πολιτική προτεραιότητα η λογική του ανοίγματος στην κοινωνία και την γειτονιά με κινήσεις με χαρακτήρα αντιπληροφόρησης και κοινωνικής απεύθυνσης. Όχι πως έλειπαν ποτέ εντελώς και εκείνες οι επιθετικές ενέργειες οι οποίες απαντούσαν με τον τρόπο τους κάπως, αλλά ακόμα κι αυτές (πολλές ή λίγες ανάλογα την εποχή), αντιμετωπίζονταν με καχυποψία, σνομπισμό ακόμα και με εχθρικότητα από άλλες πλευρές του αγώνα.

Αυτό που σίγουρα έλειπε, και σε διάφορες περιόδους, έχει τεθεί σαν ζήτημα, είναι μια συλλογική ή και κεντρική ακόμα κουλτούρα αντεκδίκησης. Πέρα δηλαδή από τις όποιες μεμονωμένες ομάδες και παρέες μπορεί να έκαναν κάτι επιθετικό, έλειπε μια κοινή αίσθηση, μια κοινή πεποίθεση, πως η απώλεια των απελευθερωμένων εδαφών μας είναι κάτι που διαρυγνύει την κανονικότητα, κάτι που υπερβαίνει τους καθορισμένους πολιτικούς συσχετισμούς, επομένως, κάτι που θα έπρεπε να αποτελεί κεντρικά casus belli. Μάλιστα, όχι απλώς έλειπε κάτι τέτοιο, αλλά ο ίδιος ο πυρήνας αυτής της σκέψης και λογικής δεχόταν επίθεση ως μπαχαλίστικη λογική, ως πυρκαυλίαση ή ως φετιχισμός της βίας και άλλα τέτοια όμορφα, τα οποία, με τη σειρά τους, αποτελούσαν απεχθείς όρους πολιτικής διαλεκτικής και συνέβαλαν σε μια εσωτερική πόλωση, η οποία ποτέ δεν κατάφερε να αποκτήσει μια αντικειμενική πολιτική απαξία ως τέτοια. Περισσότερο, όμως, κι από όλα αυτά, οι ακραίες αυτές φωνές δεν έδειχναν να αντιλαμβάνονται ότι στον κοινωνικό ανταγωνισμό οι ισορροπίες διαμορφώνονται και με όρους μαχητικής στρατηγικής και πως όταν οι ισορροπίες αυτές διασαλεύονται εις βάρος μας με πρωτοβουλία της άλλης πλευράς, είναι πλέον πολυτέλεια να προκρίνεται κάθε, μα κάθε, μα κάθε, μα κάθε φορά η ίδια και η ίδια λογική “άνοιγμα στη γειτονιά, άνοιγμα στην κοινωνία”.

Μπορεί, λοιπόν, έτσι να καταστεί πιο αντιληπτό, ότι, αν δεν καταφέρουν οι δυνάμεις του αγώνα να μπορέσουν να διαμορφώσουν μια συνάρτηση κόστους-ανοχής και κόστους-καταστολής, τέτοια που να μπορεί να δημιουργεί ισχυρές πιέσεις στην εξουσία (στα μεγέθη στα οποία μας αναλογεί φυσικά), κάθε φορά που χάνουμε ένα χώρο του κινήματος, ένα απελευθερωμένο έδαφος, τότε θα είμαστε μονίμως σε μειονεκτική θέση, ο εχθρός δε θα μας υπολογίζει καθόλου, θα μας χτυπάει όποτε και όπως κρίνει κάθε φορά πιο εύκολο, και, πάνω από όλα, θα τσακίζει και το ηθικό του κόσμου. Ακόμα χειρότερα, η ίδια η ευημερία και η επιβίωση των κατειλημμένων χώρων μας, δεν θα είναι προϊόν της δικής μας δυναμικής, αλλά της διακριτικής ευχέρειας της εκάστοτε πολιτικής διαχείρησης της εξουσίας να εφαρμόζει κατά το δοκούν μια τακτική ήπιας καταστολής στις καταλήψεις.

Στο χέρι μας είναι λοιπόν να αλλάξουμε συνολικά την εικόνα. Είναι, σίγουρα, μια απόφαση που θα σημαίνει κόστος. Για να είναι δυνατόν να επιτευχθεί μια τέτοια ακροβασία ισορροπιών, θα πρέπει βήμα βήμα να χτιστεί μια ετοιμότητα άμεσων, σχεδόν αντανακλαστικών, αντιποίνων, δυναμικών μάλιστα, πράγμα που μπορεί να μεταφραστεί σε προσαγωγές, φακελώματα, συλλήψεις, προφυλακίσεις ίσως και καταδίκες. Το βάρος πέφτει καθαρά πάνω μας, συνολικά πάνω στον κόσμο του αγώνα, στο αν θεωρούμε ότι μπορούμε να ανταποκριθούμε στις απαιτήσεις ενός σοβαρού κοινωνικού ανταγωνισμού και να καταφέρουμε να γίνουμε όντως, κάποτε, μια υπολογίσιμη εσωτερική απειλή, ή αν μας αρκεί να είμαστε ένα απλό ακτιβίστικο κίνημα διαμαρτυρίας. Σε κάθε περίπτωση, από τη συζήτηση θα βοηθούσε να σταματήσουν εκείνες οι αντεγκλήσεις, που χαρακτηρίζουν τέτοιες λογικές εσωστρεφείς και αυτοαναφορικές. Το αν συνολικά, σε συλλογικό επίπεδο, αξίζει τον κόπο ή όχι να κρίνεται η απώλεια ενός απελευθερωμένου εδάφους μας ως casus belli, στο αν αξίζει ή όχι τον κόπο να υπάρξουν πολλαπλάσιες απαντήσεις και αντίποινα που να προκαλούν αισθητό υλικό και πολιτικό κόστος στον εχθρό, δεν έχει να κάνει ούτε με εσωστρέφεια, ούτε με αυτοαναφορικότητα. Έχει σχέση με το πώς καθορίζουμε τις ισορροπίες του αγώνα μας, με το πώς και πότε επιλέγουμε τις μάχες μας και γιατί, με το πώς διαμορφώνουμε χρονικά ορόσημα αγώνα, τέτοια που να προκαλούν έμπνευση και στο μέλλον και πάνω από όλα έχει σχέση με το πώς αντιλαμβανόμαστε την AΝΑΡΧΙΑ ως μια δύναμη σε διαρκή θέση μάχης απέναντι στην εξουσία. Από ‘κει και πέρα, όλα τα υπόλοιπα είναι απλώς θέμα αποφασιστικότητας ή μη.

Μιχάλης Νικολόπουλος, μέλος της Συνωμοσίας Πυρήνων της Φωτιάς

Στρατόπεδο Συγκέντρωσης Μόρια Λέσβου (χάνοντας την ελπίδα, βρίσκοντας τον εγκλεισμό)

Το στρατόπεδο συγκέντρωσης της Μόριας έχει κατασκευαστεί στο χώρο του παλιού στρατοπέδου Παραδέλλη και προβλεπόταν να έχει χωρητικότητα 180 ατόμων, ενώ παράλληλα να δημιουργηθεί το Προαναχωρησιακό Κέντρο, δυναμικής 800 ατόμων, με σχεδιασμό υλοποίησης το 2014, όμως η Μόρια μας ξαφνιάζει κάθε φορά με το πόσο χειρότερο μπορεί να γίνει.

Νοέμβριος 2018. Υπάρχουν πάνω από 7.500 άτομα με υποδομές για 2.500 ατόμων. Η ποσότητα τροφής ελάχιστη, κακής ποιότητας. Συνθήκες υγιεινής ανύπαρκτες και σε άθλια κατάσταση, η δε πρόσβαση σε νερό και ηλεκτρικό είναι μόνο για λίγες ώρες την ημέρα. Μέσα σ’ αυτές τις συνθήκες είναι λογικό να προκύπτουν ζητήματα για την ασφάλεια των ανθρώπων: λόγω του εγκλεισμού και της πίεσης που έχουν οι διαμένοντες, ξεσπάνε συχνά βίαια επεισόδια, με θύματα πάντα τους ποιο αδύναμους.

Όλα αυτά έρχονται να προστεθούν και να ενισχύσουν την απελπισία που καταλαμβάνει τους περισσότερους, μέσα από την αβεβαιότητα που υπάρχει για την εξέλιξη των αιτημάτων ασύλου τους. Αιτήματα που διεκπεραιώνονται με πολύ αργούς ρυθμούς και αρνητικές, ως επί των πλείστων, αποφάσεις. Βασική ελπίδα, όσο παράδοξο και να είναι, να αναγνωριστούν με κάποια μορφή “ευαλωτότητας” ώστε να μπορέσουν να μεταφερθούν σε άλλο καταυλισμό ή στην καλύτερη περίπτωση να γίνει άρση του γεωγραφικού περιορισμού και να μπορέσουν να μετακινηθούν στην κάποια άλλη περιοχή της Ελλάδας.

Μια φυλακή μέσα στο στρατόπεδο συγκέντρωσης «Section B»

Στο εσωτερικό της Μόριας λειτουργεί, με ευθύνη των μπάτσων, και το προαναχωρησιακό κέντρο με την ονομασία “Section B”. Είναι μια φυλακή που οι κρατούμενοι προαυλίζονται για μια ώρα την ημέρα, τους έχουν αφαιρεθεί προσωπικά αντικείμενα και χωρίς δυνατότητα επικοινωνίας με τον εξωτερικό κόσμο. Στη φυλακή αυτή, χωρητικότητας 200 ατόμων, οδηγούνται μετανάστες που λαμβάνουν απορριπτικές αποφάσεις στα αιτήματα ένταξης υπό καθεστώς προστασίας, αλλά το τελευταίο διάστημα οδηγούνται στην φυλακή αυτή νεοαφιχθέντες μετανάστες. Η επιλογή γίνεται με εθνικά κριτήρια, αφού στην κατηγορία αυτή εμπίπτουν όσοι μετανάστες προέρχονται από χώρες που το ευρωπαϊκό μέσο ποσοστό αναγνωρισιμότητας οποιουδήποτε καθεστώτος προστασίας βρίσκεται κάτω από 33% (π.χ. Συρία). Ο εγκλεισμός σ’ αυτή την φυλακή μετά την άφιξη, δημιουργεί ιδιαίτερη πίεση και ο σκοπός του κράτους είναι ξεκάθαρος με αυτή την πρακτική: να εξαναγκάσει πολλούς να υπογράφουν το χαρτί του “οικειοθελούς” επαναπατρισμού.

Σ’ αυτές τις συνθήκες έρχεται να προστεθεί άλλη μια δυσκολία για τους μετανάστες, η αλλαγή στο τρόπο εξέτασης των αιτημάτων ασύλου. Η ευρωπαϊκή υπηρεσία ασύλου, αλλά και η ελληνική, έχει απομακρυνθεί από τον χώρο της Μόριας και έχουν μεταφερθεί μακριά από το κέντρο κράτησης. Οι μετανάστες, που πρόκειται να περάσουν τη διαδικασία, μεταφέρονται στα νέα γραφεία με λεωφορεία. Τα γραφεία ασύλου συγκεντρώνουν κατά κύριο λόγο τις διαμαρτυρίες των μεταναστών λόγω των καθυστερήσεων στην εξέταση των αιτημάτων αλλά και τη σωρεία αρνητικών αποφάσεων που εκδίδουνε.

Η μεγάλη αναμονή, πολλές φορές έχει ξεπεράσει τον έναν χρόνο εγκλωβισμού στο στρατόπεδο, η αβεβαιότητα και η ψυχολογική, σωματική και οικονομική εξάντληση δημιουργούν μία ασφυκτική κατάσταση. (Πριν λίγο καιρό ένας νεαρός Σύριος αυτοπυρπολήθηκε μπροστά από την υπηρεσία ασύλου, όταν πληροφορήθηκε ότι απορρίφθηκε το αίτημα του για άσυλο.)

Μέσα σ’ αυτή την κατάσταση δημιουργούνται, όμως, και οι προϋποθέσεις και γίνονται προσπάθειες των μεταναστών να οργανωθούν, να αντισταθούν απέναντι στους κρατικούς εκβιασμούς και την καταστολή, ορθώνοντας τις αντιστάσεις τους.

Οι περισσότερες διαμαρτυρίες είναι προς τις υπηρεσίες ασύλου και συγκεκριμένες ΜΚΟ, που λειτουργούν ως τσιράκια των υπηρεσιών. Αποκλεισμοί γραφείων, φθορές σε εξοπλισμό και μικροεξεγέρσεις αποτελούν τις πιο συνήθεις μορφές διαμαρτυρίας.

Τα αιτήματά τους είναι για την βελτίωση των συνθηκών διαμονής, την επίσπευση των διαδικασιών εξέτασης των αιτημάτων ασύλου και ενάντια στις απελάσεις στην Τουρκία, οι δε αρχές απαντάνε με όλο και περισσότερη βία.

Αποκορύφωμα τέτοιας μορφής καταστολής, υπήρξαν τα γεγονότα μεταξύ 17 και 27 Ιουλίου.

Γεγονότα της 18-7-2017

Την Δευτέρα, 17/7/2017, είχε ανακοινωθεί από μερίδα μεταναστών, κυρίως αφρικανικής καταγωγής, ότι θα ξεκινούσαν διαμαρτυρίες, οι οποίες ήταν ήπιας μορφής (καθιστική διαμαρτυρία), αποκλείοντας τα γραφεία της υπηρεσίας ασύλου. Την επόμενη μέρα, 18/7, και ενώ η διαμαρτυρία είχε ξεκινήσει έξω από τα γραφεία της EASO, οι υπάλληλοι έφυγαν με αφορμή την διαμαρτυρία, αλλά οι αρχές στοχοποίησαν τους διαμαρτυρόμενους μετανάστες ως υπαίτιους για τις καθυστερήσεις, με αποτέλεσμα οι υπόλοιποι μετανάστες να στραφούν εναντίον τους. Δημιουργήθηκε ένταση μεταξύ των μεταναστών, η οποία κορυφώθηκε και οι διαμαρτυρόμενοι προχώρησαν έξω από το κέντρο κράτησης, αποκλείοντας τον δρόμο.

Στη συνέχεια, δέχθηκαν επίθεση από τους μπάτσους και δυνάμεις των ΜΑΤ, που προσπάθησαν να τους απομακρύνουν προς το εσωτερικό του κέντρου, κάνοντας χρήση δακρυγόνων και κρότου λάμψης. Οι μετανάστες απάντησαν στην επίθεση που δέχθηκαν με πετροπόλεμο, αναχαιτίζοντας τους μπάτσους, αλλά και προκαλώντας μικροφθορές σε παρκαρισμένα οχήματα. Παράλληλα, μπήκαν φωτιές για τη δημιουργία οδοφραγμάτων. Οι μπάτσοι του κέντρου μαζί με διμοιρίες ΜΑΤ πραγματοποίησαν επέμβαση στο εσωτερικό του στρατοπέδου.

Οι δυνάμεις καταστολής απέκλεισαν την είσοδο στο κέντρο κράτησης και πραγματοποίησαν επιχείρηση “σκούπα” στο εσωτερικό. Όσοι εγκλωβίστηκαν δέχθηκαν την μανία των ΜΑΤ που, εν τέλει, συνέλλαβαν 35 άτομα στο σωρό, με μοναδικό κριτήριο το χρώμα του δέρματος, αφού είχαν στοχοποιηθεί αφρικανοί μετανάστες.

Στις 19/7 οι 35 οδηγήθηκαν στον ανακριτή, με πιέσεις από τους μπάτσους να αλληλοκατηγορηθούν, έχοντας ως δέλεαρ την απαλλαγή από τις κατηγορίες και την άρση των περιοριστικών όρων. Οι μετανάστες αρνήθηκαν τόσο τις κατηγορίες, όσο και να υποδείξουν τον οποιοδήποτε ως υπαίτιο. Μοναδικοί μάρτυρες κατηγορίας που εμφανίστηκαν ήταν μπάτσοι από τις μονάδες που τους επιτέθηκαν.

Οι κατηγορίες που τους απαγγέλθηκαν είναι ίδιες για όλους : Εμπρησμός από πρόθεση, από τον οποίο μπορεί να προκύψει κίνδυνος για άνθρωπο, από κοινού.

Επικίνδυνη σωματική βλάβη από κοινού, κατά συρροή, τετελεσμένη και σε απόπειρα, σε βάρος αστυνομικών και πυροσβεστικών υπαλλήλων.

Φθορά ξένης ιδιοκτησίας από κοινού και κατά συρροή, τελεσθείσα και με φωτιά και αντικειμένου που χρησιμεύει για κοινό όφελος.

Αντίσταση τελεσθείσα από περισσοτέρους από κοινού, που είχαν καλυμμένα τα χαρακτηριστικά του προσώπου τους και έφεραν αντικείμενα από τα οποία μπορεί να προκληθεί σωματική βλάβη.

Ακολούθησε η προανάκριση όπου έκρινε τους συλληφθέντες προφυλακιστέους.

Μέσα στον Αύγουστο του 2017 συνελήφθησαν δύο ακόμα άτομα, στα οποία σχηματίστηκε νέα δικογραφία για τα γεγονότα της 18/7, οι δύο συλληφθέντες, προερχόμενοι και αυτοί από αφρικανικές χώρες, πέρασαν από ανακριτή όπου κρίθηκαν ελεύθεροι με τους περιοριστικούς όρους της παραμονής στη Μόρια και της εμφάνισης στο αστυνομικό τμήμα 2 φορές το μήνα.

Οι 30 από τους διωκόμενους μετανάστες βρίσκονται προφυλακισμένοι σε 4 διαφορετικές φυλακές της χώρας. (Κορυδαλλός, Αυλώνα, Χίος, Μαλανδρίνο) ενώ για τους υπόλοιπους 5 ορίστηκαν περιοριστικοί όροι και παρουσία στο τμήμα 2 φορές το μήνα.

Η δίκη των συλληφθέντων μεταναστών έχει προγραμματιστεί για τις 20 Απρίλη στη Χίο, στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο. Σημαντικά ζητήματα εμφανίζονται στην επιλογή της Χίου για τη διεξαγωγή της δίκης. Περιοριστικοί όροι παραμονής σε πέντε εκ των κατηγορουμένων, όπως και η απαίτηση να μετακινηθούν και μάλιστα να μείνουν για πολλές ημέρες σε άλλο νησί, χωρίς να διαθέτουν τους οικονομικούς πόρους, αποτελεί ακόμα ένα πρόβλημα που μπορεί να τους αποκλείσει από τη φυσική παρουσία τους στη δίκη.

Ακόμα σημαντικότερο και ανυπέρβλητο όμως είναι το θέμα που προκύπτει με τους μάρτυρες υπεράσπισης. Πολλοί μάρτυρες υπεράσπισης βρίσκονται εγκλωβισμένοι στο νησί λόγω των περιοριστικών όρων που τους έχουν επιβληθεί για τη διαδικασία εξέτασης των αιτημάτων ασύλου τους. Η μεταφορά της δίκης στη Χίο, αποκλείει σημαντικά στοιχεία υπεράσπισης, καθιστώντας την διεξαγωγή της δίκης προβληματική.

demis

Ενημερώσεις από δίκες – Απρίλιος 2018

Δίκη για την επίθεση στην Τράπεζα της Ελλάδας
Στη δίκη αυτή κατηγορούμενη είναι η Π. Ρούπα μέλος του Επαναστατικού Αγώνα
για την επίθεση της οργάνωσης στην Τράπεζα της Ελλάδας και βρίσκεται στο
τελικό στάδιο. Στη συνεδρίαση της 19ης Απριλίου αναμένεται η πολιτική
κατάθεση της Π. Ρούπα και στην επόμενη συνεδρίαση θα υπάρξει η
αγόρευση και η πρόταση του εισαγγελέα. Θυμίζουμε ότι στο πρωτόδικο
δικαστήριο η P. Ρούπα βρίσκονταν στην παρανομία και είχε
καταδικαστεί ερήμην σε 11 χρόνια κάθειρξη μόνο για τα πλημμελήματα.

Διάφορες υποθέσεις αναρχικών συντρόφων
Την Δευτέρα 26/03 ολοκληρώθηκε το εφετείο που αφορά μια σειρά
πρακτικές του αναρχικού αγώνα (π.χ. εμπρησμοί, ληστείες τραπεζών κλπ)
στο οποίο τέσσερις σύντροφοι μας καταδικάστηκαν ως “ατομικοί
τρομοκράτες” (περισσότερα στο κύριο άρθρο της εφημερίδας). Η απόφαση
δεν διέφερε σε τίποτα από την πρωτόδικη και τα χρόνια παρέμειναν
σχεδόν ίδια. Πιο συγκεκριμένα, ο Α. Ντάλιος καταδικάστηκε σε 27
χρόνια, ο Ν. Ρωμανός σε 18 χρόνια, ο Δ. Πολίτης σε 12 χρόνια και 2
μήνες, ο Γ. Μιχαιλίδης σε 11 χρόνια και το μέλος της Σ.Π.Φ. Γ.Τσάκαλος σε 5 χρόνια.

 

Εφετείο υποθέσεων της Σ.Π.Φ. και άλλων αναρχικών συντρόφων
Βρίσκεται στο στάδιο των αναγνωστέων. Οι υποθέσεις που περιλαμβάνονται σε αυτό το εφετείο αφορούν την εισβολή της αντιτρομοκρατικής σε σπίτι στο Χαλάνδρι το 2009, τις συλλήψεις στον Βόλο το 2011, την αποστολή εμπρηστικών δεμάτων το 2010 και την ένοπλη συμπλοκή στη Πεύκη το 2012.

 

Εφετείο 2ης δίκης του Επαναστατικού Αγώνα
Το εφετείο βρίσκεται στο στάδιο της κατάθεσης των μαρτύρων κατηγορίας. Πρωτόδικα οι σύντροφοι είχαν καταδικαστεί: Ν. Μαζιώτης σε ισόβια και 129 χρόνια, Π.Ρούπα σε 11 χρόνια για τα πλημμελήματα , Α. Σταμπούλος 13 χρόνια και Γ.Πετρακάκος 36 χρόνια.

 

Εφετείο για 250 επιθέσεις της Σ.Π.Φ.
Το εφετείο βρίσκεται στο στάδιο των ενστάσεων (αναρμοδιότητα του δικαστηρίου – αοριστία του κατηγορητηρίου) κλπ. Κατηγορούμενοι είναι τα 10 μέλη της οργάνωσης που πρωτόδικα είχαν καταδικαστεί από 21 έως 28 χρόνια φυλάκισης .