Πως ο νόμος 4322/2015 που ψήφισε ο πρώην υπουργός δικαιοσύνης και πανεπιστημιακός Παρασκευόπουλος προϋποθέτει την επανίδρυση των φυλακών τύπου Γ και γιατί τις επαναφέρουν ως ”ειδικές πτέρυγες” στο νέο προς ψήφιση σωφρονιστικό.
Το επίμαχο άρθρο του οποίου την κατάργηση απαίτησαν οι φυλακισμένοι στις τελευταίες κινητοποιήσεις έχει ως εξής Άρθρο 5 . Στο άρθρο 94 του Ποινικού Κώδικα προστίθεται παράγραφος 4 ως εξής:«4. Ποινές, οι οποίες επιβάλλονται για κακουργήματα ή με δόλο τελούμενα πλημμελήματα και εμπεριέχουν άσκηση σωματικής βίας και έχουν διαπραχθεί από κρατούμενους κατά άλλων κρατουμένων ή υπαλλήλων των καταστημάτων κράτησης ή κατά τη διάρκεια άδειας, εκτίονται ολόκληρες μετά την έκτιση της ποινής που επιβλήθηκε ή που θα επιβληθεί για την πράξη για την οποία ήταν κρατούμενος ο υπαίτιος.»
Τον Απρίλη του 2015 μετά από 48 ημέρες νικηφόρας απεργίας πείνας πολιτικών κρατούμενων τελικά ψηφίζεται μεταξύ άλλων και η κατάργηση των φυλακών Τύπου Γ. Όμως ψηφίζεται και το παραπάνω άρθρο που ήταν χρόνια απαίτηση και των ανθρωποφυλάκων. Ο νόμος αφορά στη μη δυνατότητα συγχώνευσης ποινών για αδικήματα που τελούνται εντός των φυλακών και σε άδεια και περιλαμβάνουν χρήση βίας. Μέχρι τότε ίσχυε το καθεστώς της συγχώνευσης των ποινών δηλαδή της άθροισης μέρους (μεγαλύτερου ή μικρότερου ανάλογα τη συγχώνευση) της νέας ποινής στην παλιότερη. Μέχρι πριν αλλάξει ο νόμος μόνο η στάση ήταν αδίκημα του οποίου την ποινή ο νόμος απαιτούσε να μη συγχωνευτεί αλλά να εκτιθεί μετά λήξεως της προηγούμενης.
Κύκλοι του υπουργείου προφασίζονται ότι ο νόμος ψηφίστηκε δήθεν για την προστασία των αδύναμων κρατούμενων έναντι των “νταήδων”. Δηλαδή ο κατεξοχήν μηχανισμός άσκησης βίας, το κράτος, θέλει προστατέψει τους αδύναμους που το ίδιο βασανίζει με τη στέρηση ελευθερίας από το μπούλινγκ. Η αλήθεια είναι ότι ο νόμος αν και έγινε για να προστατέψει όχι φυσικά τους αδύναμους κρατούμενους αλλά τους ανθρωποφύλακες δεν πετυχαίνει ούτε το ένα ούτε το άλλο. Ο λόγος για αυτό είναι ότι η άσκηση βίας εντός του περιβάλλοντος της φυλακής (που και μόνο η μυρωδιά της την προκαλεί που λέει λόγος), γίνεται στη συντριπτική των περιπτώσεων, αν όχι πάντα, εν θερμώ. Δηλαδή ασκείται άμεσα και ο “δράστης” δεν θα σκεφτεί πολλά πολλά για τις επιπτώσεις κτλ. που μπορεί να έχει αυτή πάνω στην ποινή του. Από την άλλη η βία δεν θα πάψει να ασκείται ποτέ σε ένα περιβάλλον τέτοιο που συνυπάρχουν δεκάδες άνθρωποι με δεκάδες σοβαρούς λόγους ο κάθε ένας να είναι εξοργισμένος. Δεν είναι της παρούσης να δώσω εναλλακτικές διαχείρισης αυτής της κατάστασης στη φυλακή (με προγράμματα, σχολεία, άδειες επισκεπτήρια κτλ) που να μειώσουν τη φόρτιση των φυλακισμένων προτού εκραγεί. Αυτή είναι η δουλειά των κοινωνικών επιστημόνων στην υπηρεσία του κράτους που προσπαθούν να εξανθρωπίσουν τις φυλακές. Έναν δηλαδή εξ ορισμού απάνθρωπο μεν αλλά βολικό και προσοδοφόρο θεσμό του σύγχρονου πολιτισμού.
Αυτό που έχει σημασία είναι να δούμε το γιατί ο νέος αυτός νόμος οδηγεί σε φυλακές ή πτέρυγες υψίστης ασφάλειας ή τύπου Γ ή όπως αλλιώς μπορεί να τις πούνε. Δηλαδή φυλακές με πληθυσμό υψηλής επικινδυνότητας που πρέπει να αντιμετωπιστεί αναλόγως, φυλακές ακόμη πιο καταπιεστικές και απάνθρωπες. Η φυλακή εκτός από τους θεσμικούς γραπτούς κανονισμούς της έχει του άρρητους κώδικες επικοινωνίας που ορίζουν την κανονικότητα της εν είδη εσωτερικής αυτοθέσμισης. Αυτό το λαμβάνουν υπόψιν όλοι όσοι βρίσκονται σε αυτό το χώρο παρότι βέβαια οι κώδικες αυτοί δεσμεύουν κυρίως τους φυλακισμένους. Η παραβίαση της κανονικότητας φέρνει την ανάλογη τιμωρία από το ίδιο το σώμα των φυλακισμένων. Καλώς, κατά τη άποψή μου, η κατάσταση έχει έτσι καθώς οι τυπικοί κανονισμοί δηλαδή ο νόμιμος εσωτερικός κανονισμός έρχεται δεύτερος. Το αρνητικό είναι ότι πολλές φορές οι άτυποι κανόνες αναπαράγουν εξουσιαστικές προβληματικές. Όχι όμως πάντοτε καθώς η μονοκρατορία των τυπικών κανόνων είναι πολύ χειρότερη αφού εκπορεύεται από τη νόμιμη εξουσία. Επομένως οι φυλακισμένοι έχοντας δικούς μας κανόνες αυτοθέμισης μπορούμε δυνάμει να αντιληφθούμε τους ίδιους ως διακριτό σώμα. Γυρνώντας στην ψυχολογία του φυλακισμένου, ξέρουμε ότι κατά πάσα πιθανότητα θα έχει βίαια ξεσπάσματα παρά τις όποιες νομικές απειλές όπως του παραπάνω άρθρου που όπως είπαμε δεν θα τον σταματήσουν από κάτι τέτοιο. Ο φυλακισμένος μπορεί (χωρίς αυτό να αποτελεί κανόνα) να είναι περισσότερο βίαιος επειδή έχει μεγάλη ποινή και άρα μεγάλα προβλήματα (όχι τόσο ο ίδιος όσο οι άνθρωποι που αφήνει έξω δίχως βοήθεια και μετατρεπόμενος ο ίδιος ως βάρος). Πολύ δύσκολα θα διαπραγματευτεί το βίαιο ξέσπασμα του λόγω της πιθανής τιμώρησης του. Άρα η περεταίρω στέρηση της ελευθερίας του δεν θα δράσει αποτρεπτικά. Μιλάμε για ανθρώπους που στη απόλυτη πλειοψηφία δρουν με βάση το θυμικό και όχι την εμπεριστατωμένη και ψυχρή λογική. Αντίστροφα η εσωτερική ισορροπία που ορίζεται από τους άγραφους κανόνες μπορεί να αποτρέψει ή και να επιβάλει φυσικά κάτι τέτοιο. Συνεπώς, ο νόμος 4322/2015 το μόνο που θα καταφέρει και που ήδη το κάνει σιγά σιγά είναι να φορτώνει με πολλά χρόνια φυλακής ανθρώπους που αν είχαν ίσως μια ελπίδα να δουν το φως τώρα δεν έχουν καμία. Και αναρωτιέται κανείς. Τι θα γίνει όταν αυτοί οι φυλακισμένοι που δεν έχουν καμία απολύτως ελπίδα αποφυλάκισης αυξηθούν σε αριθμό. Δεν είναι πολύ πιθανό οι άγραφοι κανόνες και κυρίως η καθημερινότητα μετακινηθούν προς πιο βίαιες μορφές; Μην ξεχνάμε ότι οι άνθρωποι αυτοί δεν θα έχουν απολύτως τίποτα να χάσουν αφού δεν θα έχουν τίποτα να περιμένουν. Άρα ποια θα είναι η διαχείριση του κράτους προς αυτούς; Η απάντηση βρίσκεται στο δεξιό σχέδιο φυλακών τύπου Γ αλλά και στο αριστερό σχέδιο που εμφανίστηκε στο νέο σωφρονιστικό προς ψήφιση νόμο για ειδικές πτέρυγες.
Ο Παρασκευόπουλος και οι διάφοροι πανεπιστημιακοί κοινωνικοί επιστήμονες στην υπηρεσία του κράτους ξέρουν καλά τι καταστάσεις θα δημιουργήσει το εν λόγω άρθρο. Είναι προφανές ότι δημιουργούν επικίνδυνους ανθρώπους καθώς αυτοί γνωρίζουν τις μακροπρόθεσμες επιπτώσεις των πράξεων τους περισσότερο από τους στενόμυαλους εισαγγελείς που το μόνο που μέσο που κατέχουν είναι το μαστίγιο. Έχοντας αυτό ως δεδομένο μπορεί κανείς να συμπεράνει ότι η λειτουργία φυλακών τύπου Γ, ο πολλαπλασιασμός των φυλακισμένων και η ποιοτική υποβάθμιση (προς το ποταπότερο και αντικοινωνικότερο) του εγκλήματος ανατροφοδοτείται από το ίδιο το κράτος όχι μόνο από τις γενικότερες συνθήκες εξαθλίωσης αλλά και από τις πολιτικές επιλογές διαχείρισης της “καταπολέμησης” του εγκλήματος. Είναι οι ίδιοι οι επιστήμονες δεξιοί και αριστεροί αλλά με κοινό στοιχείο τον κρατισμό τους που κανιβαλίζουν περεταίρω την κοινωνία και τροφοδοτούν το έγκλημα από την ασφάλεια που τους παρέχουν οι θέσεις τους ως πανεπιστημιακοί, ως σύμβουλοι, ως ειδικοί κοινωνικοί επιστήμονες κτλ. Αποτελούν τους φτιασιδωτές της κρατικής βίας, τη δεξαμενή σκέψης που δήθεν αποστρέφεται το έγκλημα. Όμως αυτό που αποστρέφονται δεν είναι γενικά την βία και το έγκλημα αλλά μόνο τις παράνομες εκφάνσεις τους. Είναι κάτι παραπάνω από συνένοχοι ως υπηρέτες του κράτους αφού το κράτος ήταν και θα είναι πάντα ο άρχοντας και γεννήτορας της πιο ποταπής βίας. Της βίας του ισχυρού προς τον αδύναμο.
Αντώνης Σ.